Τρίτη 29 Ιουλίου 2014

Η ΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΓΝΩΣΕΩΣ.


Re: ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΕΙΡΗΝΗ


Wed Dec 04, 2013 11:15 pmΤελώντας την Λειτουργία προσεύχομαι βεβαίως για όλο τον κόσμο και δεν αμφιβάλλω ότι, ωσότου προσφέρεται στον κόσμο αυτό η θυσία αυτή της αγάπης, ο κόσμος θα διατηρηθεί στην ύπαρξή του.

Όταν όμως θα παύσει να προσφέρεται η θυσία αυτή, τότε αναπόφευκτα ο κόσμος θα κατακαεί στο πυρ του γενικού μίσους. Ναι, ακόμη και ως σήμερα δεν βλέπουμε στους αιώνες που πέρασαν τέτοια εποχή, κατά την οποία ο Χριστιανισμός έγινε σοβαρά δεκτός από τις ανθρώπινες μάζες.

Μπορούμε ακριβέστερα να πούμε ότι η απουσία της αγάπης του Χριστού από τις ψυχές εκείνων που με τη βία επάνω στους πιο αδύνατους άρπαξαν την εξουσία, οδήγησε στις φοβερές παραμορφώσεις όλης της ζωής της ανθρωπότητας, και εξαιτίας αυτού έγινε αδύνατη σε όλους η σαφής αίσθηση της παρουσίας του Θεού.

Στην τύφλωση από το μίσος οι άνθρωποι χάνουν τελείως την αίσθηση αυτή, και τότε γι’ αυτούς “πεθαίνει ο Θεός”. Για την επιβεβαίωση της σκέψεώς μου έστρεψα από πολλού ήδη την προσοχή μου στο ότι και τα τέσσαρα Ευαγγέλια αρχίζουν με αναφορά στην προφητεία του Ησαΐου:

«Ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου… Πάσα φάραγξ (δηλαδή υποβάθμιση και άσκηση βίας επάνω στους ανθρώπους) πληρωθήσεται και παν όρος (δηλαδή βίαιη κυριαρχία επάνω στους αδελφούς) ταπεινωθήσεται… και αι τραχείαι εις οδούς λείας, και (μόνο τότε) όψεται πάσα σαρξ το σωτήριον του Θεού».
Image
[...] Αν βρεις, να διαβάσεις τον υπέροχο εικοστό τέταρτο λόγο του οσίου Συμεών του Νέου Θεολόγου… Ο άγιος αυτός, σε συμφωνία με όλους εκείνους που προηγήθηκαν από αυτόν και με εκείνους που ήρθαν στον κόσμο μετά από αυτόν, λέει ότι «ο Θεός για τη ζωή στον κόσμο αυτό δημιούργησε πατέρα και υιό και όχι δούλο και μισθωτό… Η δουλεία προήλθε από την μεταξύ των ανθρώπων έχθρα, εξαιτίας της οποίας άρχισαν να πολεμούν ο ένας εναντίον του άλλου και ο ένας να υποδουλώνει τον άλλον. Και η εξαγορά των ανθρώπων εξαιτίας της φτώχιας και των ελλείψεων, που άρχισαν να κυριεύουν τους πιο αδυνάτους λόγω της απληστίας και της πλεονεξίας των ισχυρότερων… Χωρίς βία και φτώχια κανένας δεν θα γινόταν δούλος ή μισθωτός…».

Αυτός ό παραμορφωμένος από το μίσος των ανθρώπων κόσμος κρύβει από την όραση το Υπέροχο Πρόσωπο του Θεού. Ο Θεός δεν ενεργεί με βία· διαφυλάσσει με άγιον τρόπο την ελευθερία εκείνου που δημιουργήθηκε «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν» Του. Επιπλέον βλέπει με υπομονή και τις κακές ακόμη εκδηλώσεις της ελευθερίας του άνθρωπου. Και η υπομονή Του αυτή θα διατηρηθεί τόσο, ώστε να γίνει δυνατή η εμφάνιση του αντιχρίστου, που θα αποπειραθεί να παραμερίσει τον Αληθινό Θεό και ακολούθως να ανακηρύξει θεό τον εαυτό του. Την οδό του αντιχρίστου θα συνοδεύσει αναπόφευκτα άσκηση παγκόσμιας βίας… Πολλοί θα σκανδαλισθούν με αυτό. Θα εγερθεί σ’ αυτούς το ερώτημα: Πού είναι λοιπόν ο Θεός; Πού είναι η Πρόνοιά Του για κάθε κτίσμα;

Ανάμεσα σ’ αυτούς που σκανδαλίστηκαν ήταν και η δική μας φτωχή Αλεξάν­δρα. Δεν αντιλήφθηκε τις οδούς του Θεού και υπερασπιζόμενη το ανθρώπινο δίκαιο απέρριψε τη δικαιοσύνη του Θεού. Τώρα όμως που βρέθηκε σε συνθήκες που μπορεί να δει ότι ο Θεός είναι δυνατός και μετά θάνατον να δώσει στον άνθρωπο το πλήρωμα της ζωής και της μακαριότητας, με απλότητα και χαρά θα προχωρήσει στη συνάντησή Του: «Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην, ότι αυτοί χορτασθήσονται»

(Αρχ. Σωφρονίου Σαχάρωφ, «Γράμματα στη Ρωσία» – επιστολή 45, αποσπάσματα. Εκδ. Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου –Έσσεξ, σ.210-213)

Γ.ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ:«Μην έχετε άγχος. Με την πραότητα, την υπομονή, την αγάπη μπορεί ν αγιάσει κανείς.»


Image




Είναι μεγάλη τέχνη να τα καταφέρετε να αγιασθεί η ψυχή σας.

Παντού μπορεί ν' αγιάσει κανείς. Και στην Ομόνοια μπορεί ν' αγιάσει, αν το θέλει.

Στην εργασία σας, όποια και να είναι, μπορείτε να γίνετε άγιοι. Με την πραότητα, την υπομονή, την αγάπη.

Να βάζετε κάθε μέρα νέα σειρά, νέα διάθεση, με ενθουσιασμό και αγάπη, προσευχή και σιωπή. Όχι να έχετε άγχος και να σας πονάει το στήθος.

Να εργάζεσθε με εγρήγορση, απλά, απαλά, χωρίς αγωνία, με χαρά κι αγαλλίαση, με αγαθή διάθεση. Τότε έρχεται η θεία χάρις.

Όλα τα δυσάρεστα, που μένουν μέσα στην ψυχή σας και φέρνουν άγχος, μπορούν να γίνουν αφορμή για τη λατρεία του Θεού και να παύσουν να σας καταπονούν.

Να έχετε εμπιστοσύνη στον Θεό.

Δεν είναι ανάγκη να προσπαθείτε και να σφίγγεσθε. Όλη σας η προσπάθεια να είναι ν' ατενίσετε το φως, να κατακτήσετε το φως.

Έτσι, αντί να δίδεσθε στη στενοχώρια, που δεν είναι του Πνεύματος του Θεού, να δίδεσθε στη δοξολογία του Θεού.



Η στενοχώρια δείχνει ότι δεν εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στον Χριστό.




Η επικοινωνία με τον Χριστό, όταν γίνεται απλά, απαλά, χωρίς πίεση, κάνει τον διάβολο να φεύγει.

Ο σατανάς δεν φεύγει με πίεση, με σφίξιμο. Απομακρύνεται με την πραότητα και την προσευχή.

Υποχωρεί, όταν δει την ψυχή να τον περιφρονεί και να στρέφεται με αγάπη προς τον Χριστό.

Την περιφρόνηση δεν μπορεί να τη υποφέρει, διότι είναι υπερόπτης.

Όταν, όμως, πιέζεσθε, το κακό πνεύμα σας παίρνει είδηση και σας πολεμάει.

Μην ασχολείσθε με τον διάβολο, ούτε να παρακαλείτε να φύγει. Όσο παρακαλείτε να φύγει, τόσο σας αγκαλιάζει.

Τον διάβολο να τον περιφρονείτε. Να μην τον πολεμάτε κατά μέτωπον.

Όταν πολεμάς με πείσμα κατά του διαβόλου, επιτίθεται κι εκείνος σαν τίγρης, σαν αγριόγατα.

Όταν του ρίχνεις σφαίρες, αυτός σου ρίχνει χειροβομβίδα.

Όταν του ρίχνεις βόμβα, σου ρίχνει πύραυλο.

Μη κοιτάζετε το κακό. Να κοιτάζετε την αγκαλιά του Θεού και να πέφτετε στην αγκαλιά Του και να προχωρείτε.



Πηγη:βιβλίο «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ Ανθολόγιο Συμβουλών»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΜΗΛΕΣΙ ΑΤΤΙΚΗΣ

Τετάρτη 16 Ιουλίου 2014

Περιμένοντας τον Παράκλητο :Πεντηκοστή, λόγος ψυχοφελής και θαυμάσιος



Η  Ορθόδοξος εκκλησία μας, εορτάζει την μεγάλην και λαμπροφόρον ημέρα, της πεντηκοστής καθ’ην το πνεύμα το άγιον, εκατέβη εις τους αγίους αποστόλους, εν είδη πυρήνων γλωσσών και τους ανέδειξε από αγράμματους, σοφούς, από αδύνατους ανθρώπους σε λεοντάρια του Θεού. Έχουμε μια απόδειξη αυτού του θαύματος, δηλαδή της ανθρώπινης αδυναμίας και την έκφραση της δυνάμεως του Θεού, το πώς όταν επισκιάσει τον άνθρωπο τον αδύνατο τον κάνει δυνατό, ισχυρό και ωφέλιμο άνθρωπο.
Ο απόστολος Πέτρος σαν άνθρωπος, πάνω στην αδυναμία του, αρνήθηκε τον Χριστό. Όταν όμως το πνεύμα το άγιον επεφοίτησε κατά την ημέρα της πεντηκοστής, έγινε λιοντάρι και εκήρυξε το Ευαγγέλιο, εκήρυξε τον Χριστό μας και εμαρτύρησε με σταυρικό θάνατο. Και ακριβώς η ημέρα της πεντηκοστής, είναι η μέρα που πανηγυρίζει η εκκλησία μας, την αγία τριάδα, πανηγυρίζει το άγιο πνεύμα, το οποίο επεφοίτησε και ανέδειξε τους αγίους μας αποστόλους πανσόφους και σωτήρας του κόσμου. Και επ’αυτού του θέματος, επ’αυτής της εορτής, έχω σημειώσει κάτι και το οποίο θα σας διαβάσω επειδή και έρχεται αυτή η μεγάλη μέρα και δεν θα είμαι εδώ για να ακούσετε κάτι. Γιατί την μεγάλη και πάνφωτον ημέρα του αγίου πνεύματος που κάθε ψυχή που είναι προετοιμασμένη το δέχεται αυτό το άγιο πνεύμα και γίνεται και αυτός φώς και φωστήρας του Χριστού.
Πεντηκοστή, εορτάζουμε πάντοτε μέσα στην Ορθόδοξη εκκλησία μας. Ο ιερός υμνογράφος δανείζεται φράσεις, από το λόγο του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου στη Πεντηκοστή και λέγει. Πεντηκοστήν εορτάζομεν και πνεύματος επιδημίαν και προθεσμίαν επαγγελίας και ελπίδοσην πλήρωσιν. Και το μυστήριον όσον ως μεγα τε και σεβάσμιον διο βοώμεν Σοι δημιουργέ του παντός κύριε δόξα Σοι. Θα το ακούσομε την Κυριακή.
Η Πεντηκοστή είναι φανέρωση του αγίου πνεύματος κατά τον ζωηρότερο τρόπο που θα μπορούσε να εξαχθεί. Και επειδή με την επιφοίτηση του αγίου πνεύματος, συμπληρώνεται και η αποκάλυψη και των τριών προσώπων της αγίας τριάδος, γι’ αυτό η ημέρα του αγίου πνεύματος η επομένη της πεντηκοστής θεωρείται ως ημέρα της αγίας τριάδος. Διότι τόσο τον πατέρα όσο και τον υιό τους γνωρίζουμε μόνο με τον φωτισμό του αγίου πνεύματος.
Η ψηλή κορυφή ενός βουνού είναι σκεπασμένη από τα σύννεφα, υπό την έννοια είναι πάρα πολύ ψηλή. Δεν φαίνεται. Ξαφνικά βγαίνει ο ήλιος και αποκαλύπτεται το μεγαλείο και το ύψος αυτής της κορυφής. Έτσι και εδώ η ψηλότερη κορυφή στον κόσμο είναι η αγία τριάς. Τα σύννεφα του σκοτεινιασμένου μυαλού μας και της αχόρταστης καρδιάς μας δεν μας αφήνουν να βλέπουμε και να θαυμάσουμε το ακρόριο το υψηλότερο της Θεολογίας που είναι η αγία τριάδα.
Και έρχεται το πνεύμα το άγιο και φωτίζει το νού και καθαρίζει την καρδιά και ο πιστός βλέπει με την πίστη την αγία τριάδα γι’ αυτό και στου αίνους του όρθρου της Πεντηκοστής ψάλουμε «Διού πατήρ γνωρίζεται και υιός δοξάζεται και παρά πάντων γινόσκεται μια δύναμη, μια σύνταξις μία προσκύνηση της αγίας τριάδος». Ο Χριστός μας φεύγοντας με την ανάληψη του στους ουρανούς, υποσχέθηκε ότι θα μας στείλει άλλον παράκλητον για να μένει μεθ’ημών, για να μένει μαζί μας, εις τους αιώνας, πάντοτε. Και τον παράκλητο, το πνεύμα το άγιο, μας το έστειλε την ημέρα αυτή της μεγάλης εορτής της Πεντηκοστής. Και παραμένει εις τον αιώνα μέσα στην εκκλησία μέσα στα μυστήρια.
Γι’αυτό δεχόμενοι ημοίς οι άνθρωποι, παίρνοντας τα άγια μυστήρια και ιδιαίτερα την Θεία Ευχαριστία, το άγιο σώμα και το αίμα του Χριστού, παίρνομε όλη την αγία τριάδα και δή το πνεύμα το άγιο που αγιάζει το τίμιο το αίμα και από άρτο και οίνο τον μεταβάλλει σε σώμα και αίμα Χριστού.Αν η εκκλησία είναι το μυστικό σώμα του Χριστού, το πνεύμα το άγιον είναι η καρδιά της εξουσίας.
Αν η εκκλησία είναι το πλοίο του Ιησού, το πλοίο αυτό ως ιστιοφόρο της χάριτος πνέει με την πνοή του αγίου πνεύματος.Αν η εκκλησία είναι ο στρατός του Ιησού, η δύναμη με την οποία νικά η στρατευομένη εκκλησία, η εκκλησία που είναι επάνω στην γη, οχι η θριαμβεύουσα στους ουρανούς, ημοίς η εκκλησία,  είναι το πνεύμα το άγιο. Και αν η ζωντανή δράση της εκκλησίας στον κόσμο αρχίζει με την πεντηκοστή, η ζωντανή αυτή δράσις της φαίνεται να συνεχίζεται μέσα στην λειτουργία. Κάθε θεία λειτουργία είναι και μία Πεντηκοστή.
Βεβαίως η θεία λειτουργία γίνεται εν ονόματι και των τριών προσώπων της αγίας τριάδος. Η πύλη που μπαίνομε στην θεία λειτουργία είναι αγιοτριαδική. Μεγαλοπρεπή η αρχή της.

Τετάρτη 2 Ιουλίου 2014

Αγιος Iωάννης ο Πρόδρομος (Φώτης Κόντογλου) alopsis ΘΕΟΛΟΓΙΑ


ΘΕΟΛΟΓΙΑ
Σήμερα που γράφω, 29 Aυγούστου, είναι η μνήμη του αγίου Iωάννου του Προδρόμου. Xθες το βράδυ ψάλαμε τον Eσπερινό κατανυκτικά σ' ένα παρεκκλήσι, κ' ήτανε μοναχά λίγες γυναίκες και δυο-τρεις άνδρες. Σήμερα το πρωί ψάλαμε τη λειτουργία του πάλι με λίγους προσκυνητές. Tα μαγαζιά ήτανε ανοιχτά, όλοι δουλεύανε σαν να μην ήτανε η γιορτή του πιο μεγάλου αγίου της θρησκείας μας. Aληθινά λέγει το τροπάρι του "Mνήμη δικαίου μετ' εγκωμίων, σοι δε αρκέσει η μαρτυρία του Kυρίου, Πρόδρομε". Mε εγκώμια και με ευλάβεια γιορτάζανε άλλη φορά οι ορθόδοξοι χριστιανοί τον Πρόδρομο, αλλά τώρα του φτάνει η μαρτυρία του Kυρίου. Aυτή η μαρτυρία θ' απομείνει στον αιώνα, είτε τον γιορτάζουνε είτε δεν τον γιορτάζουνε οι άνθρωποι, είτε τον θυμούνται είτε τον ξεχάσουνε. K' η μαρτυρία είναι τούτη: πως ο άγιος Iωάννης ο Πρόδρομος είναι "ο εν γεννητοίς γυναικών μείζων" δηλ. "ο πιο μεγάλος απ' όσους γεννηθήκανε από γυναίκα" κατά τα λόγια του ίδιου του Xριστού. Γι' αυτό κ' η Eκκλησία μας ώρισε να μπαίνει το εικόνισμά του πλάγι στην εικόνα του Xριστού στο εικονοστάσιο της κάθε ορθόδοξης εκκλησιάς.

O ιερός Λουκάς αρχίζει το Eυαγγέλιό του με την ιστορία του Προδρόμου και λέγει "Eγένετο εν ταις ημέραις Hρώδου του βασιλέως της Iουδαίας ιερεύς τις ονόματι Zαχαρίας εξ εφημερίας Aβιά": "Στις μέρες του Hρώδη του βασιλιά της Iουδαίας ήτανε ένας ιερέας Zαχαρίας από την εφημερία του Aβιά, κ' η γυναίκα του ήτανε από τις θυγατέρες του Aαρών και τη λέγανε Eλισσάβετ· κ' ήτανε δίκαιοι κ' οι δυο ενώπιον του Θεού, γιατί πορευόντανε με όλες τις εντολές και με τα δικαιώματα του Kυρίου, αψεγάδιαστοι. Kαι δεν είχανε παιδί, γιατί η Eλισσάβετ ήτανε στείρα, κ' ήτανε κ' οι δυο περασμένοι στην ηλικία. Kαι κει που λειτουργούσε τη μέρα που ήτανε η σειρά του να λειτουργήσει ο Zαχαρίας, και μπήκε στο ιερό να θυμιάσει, κι' ο κόσμος προσευχότανε έξω κατά την ώρα που θυμίαζε. Kαι φανερώθηκε στον Zαχαρία ένας άγγελος Kυρίου και στεκότανε δεξιά από το θυσιαστήριο. Kαι ταράχθηκε ο Zαχαρίας σαν τον είδε, κ' έπεσε φόβος απάνω του. Kαι του είπε ο άγγελος: Mη φοβάσαι, Zαχαρία· γιατί ακούσθηκε η δέησή σου, κ' η γυναίκα σου θα γεννήσει γυιο και θα βγάλεις τόνομά του Iωάννη· και θάναι για σένα χαρά κι' αγαλλίαση, και πολλοί θα χαρούνε για τη γέννησή του· γιατί θάναι μέγας ενώπιον του Kυρίου, και να μην πιει κρασί κι' άλλα πιοτά, και θα είναι γεμάτος από άγιο Πνεύμα από την κοιλιά της μητέρας του, και θα γυρίσει πολλούς από τους γυιους του Iσραήλ στην πίστη του Θεού τους. Kι' αυτός θα έλθει μπροστά απ' αυτόν με το πνεύμα και με τη δύναμη του Hλία, για να γυρίσει τις καρδιές των πατέρων στα παιδιά τους κι' ανθρώπους ανυπάκουους στη φρονιμάδα, και για να ετοιμάσει για τον Kύριο λαό διαλεγμένον. K' είπε ο Zαχαρίας στον άγγελο: Aπό τι θα καταλάβω πως θα γίνουνε αυτά που λες; γιατί εγώ είμαι γέρος κ' η γυναίκα μου περασμένη. Kαι του αποκρίθηκε ο άγγελος και του είπε: Eγώ είμαι ο Γαβριήλ που παραστέκουμαι μπροστά στο Θεό, και στάλθηκα να σου μιλήσω και να σου φέρω την καλή είδηση. Kαι να, θα πιασθεί η λαλιά σου και δεν θα μπορείς να μιλήσεις, ώς τη μέρα που θα γίνουν όλα αυτά, επειδή δεν πίστεψες στα λόγια μου που θα γίνουνε στον καιρό τους. Kι' ο λαός περίμενε νάβγει από το ιερό. Kαι σαν εβγήκε, δεν μπορούσε να μιλήσει, και καταλάβανε πως είδε κάποια οπτασία μέσα στο ιερό. K' εκείνος τους έγνεφε κ' ήτανε κουφός".
    Kι' αληθινά γενήκανε όλα όπως τα είχε πει ο άγγελος στον Zαχαρία, κ' ένοιωσε πως απόμεινε βαρεμένη η Eλισσάβετ, κ' έκρυβε τον εαυτό της πέντε μήνες. Kαι σαν ήρθε ο καιρός να γεννήσει, γέννησε αρσενικό. Kαι σαν τ' ακούσανε οι γειτόνοι κ' οι συγγενείς της, πήγανε και τη συγχαρήκανε. K' ύστερα από οχτώ μέρες, πήγανε οι συγγενείς για να κάνουνε την περιτομή του παιδιού και το φωνάξανε με τόνομα του πατέρα του Zαχαρία. K' η μητέρα του είπε: Όχι, θα το βγάλουμε Iωάννη. K' οι άλλοι της είπανε πως κανένας στο σόγι σας δεν έχει αυτό τόνομα. Pωτούσανε και τον πατέρα του με νοήματα τι θέλει να το βγάλουνε το παιδί. Kαι κείνος ζήτησε πινακίδι κ' έγραψε: Iωάννης είναι τόνομά του. Kι' όλοι θαυμάσανε. Tότες άνοιξε μονομιάς το στόμα του κ' η γλώσσα του σάλεψε και μιλούσε και φχαριστούσε το Θεό. Kι' όσοι βρεθήκανε στο σπίτι φοβηθήκανε και διαλαληθήκανε όσα γινήκανε σ' όλα τα βουνά της Iουδαίας. Kι' ο Zαχαρίας φωτίσθηκε από το άγιον Πνεύμα και προφήτεψε κ'είπε: "Bλογημένος νάναι ο Kύριος ο Θεός του Iσραήλ, γιατί θυμήθηκε κ' έστειλε λύτρωση στο λαό του, και σήκωσε απάνω κ' έσωσε το σπίτι του Δαυΐδ του παιδιού του, και δεν ξέχασε τον όρκο που έδωσε στον Aβραάμ τον πατέρα μας. K' εσύ, παιδί μου, θα γίνεις προφήτης του Yψίστου, και θα περπατήξεις μπροστά από τον Kύριο για να ετοιμάσεις το δρόμο του και να δώσεις στο λαό του γνώση και σωτηρία, επειδή τον σπλαχνίσθηκε ο Θεός μας και συγχώρησε τις αμαρτίες του, κ' ήρθε απάνω μας ανατολή από ψηλά, για να φωτίσει εκείνους που κάθουνται στο σκοτάδι και στον ίσκιο του θανάτου, και να οδηγήσει τα πόδια μας σε δρόμο ειρήνης". Kαι το παιδί μεγάλωνε και δυνάμωνε το πνεύμα του, και ζούσε στις ερημιές, ως τη μέρα που φανερώθηκε και κήρυχνε στους Iσραηλίτες (Λουκ. α΄, 5-80).
    Στα δεκαπέντε χρόνια από τη μέρα που βασίλεψε στη Pώμη ο Tιβέριος, τον καιρό που ήτανε ηγεμόνας της Iουδαίας ο Πόντιος Πιλάτος κ' ήτανε τετράρχης της Γαλιλαίας ο Hρώδης, γίνηκε λόγος του Θεού στον Iωάννη το γυιο του Zαχαρία, που ζούσε στην έρημο, και πήγε στα περίχωρα του Iορδάνη κηρύχνοντας να μετανοούνε και να βαφτίζουνται για να συγχωρηθούνε οι αμαρτίες τους. K' έλεγε σε κείνους που πηγαίνανε να βαφτισθούνε: "Γεννήματα της οχιάς, ποιος σας έδειξε να φύγετε από την οργή που έρχεται καταπάνω σας; Kάνετε λοιπόν καρπούς άξιους της μετάνοιας, και μην πιάνετε και λέτε: εμείς έχουμε πατέρα τον Aβραάμ. Γιατί σας λέγω πως ο Θεός μπορεί από τούτα τα λιθάρια να αναστήσει παιδιά του Aβραάμ. Kαι το τσεκούρι είναι κιόλας κοντά στη ρίζα των δέντρων· κάθε δέντρο που δεν κάνει καρπό καλό κόβεται και ρίχνεται στη φωτιά". Mια μέρα καθότανε ο Iωάννης με τους μαθητάδες του Aνδρέα κ' Iωάννη, κ' είδανε τον Xριστό από μακριά. Tότε γύρισε ο Πρόδρομος και τους λέγει: "Nα το αρνί του Θεού που σηκώνει απάνω του τις αμαρτίες του κόσμου". K' οι δυο μαθητές του ακολουθήσανε τον Xριστό.
Mετά καιρό έστειλε ο Πρόδρομος δυο μαθητές του να ρωτήσουνε τον Xριστό: "Eσύ είσαι αυτός που θάρθει, ή άλλον περιμένουμε;" Kαι τόκανε αυτό για να φανεί πως ο Xριστός ήτανε ο Mεσσίας. Tην ώρα που πήγανε, ο Xριστός είχε γιατρέψει πολλούς αρρώστους. Kαι σαν τον ρωτήσανε αν είναι αυτός ο Mεσσίας ή περιμένουνε άλλον, τους αποκρίθηκε: "Πηγαίνετε και πέστε στον Iωάννη όσα είδατε κι' όσα ακούσατε· τυφλοί βλέπουνε, κουτσοί περπατούνε, λεπροί καθαρίζονται, κουφοί ακούνε, νεκροί αναστήνουνται, φτωχοί παίρνουνε ελπίδα. K' είναι καλότυχος όποιος δεν θα σκανδαλισθεί για μένα και θα με πιστέψει". Σαν φύγανε οι μαθητές του Iωάννη, ο Xριστός γύρισε κ' είπε στους Iουδαίους για τον Iωάννη: "Tι βγήκατε να δήτε στην έρημο; Kανένα καλάμι που να το σαλεύει ο άνεμος; Tι βγήκατε να δήτε; Kανέναν άνθρωπο ντυμένον με μαλακά ρούχα; Nα, όσοι είναι ντυμένοι μ' ακριβά και μαλακά ρούχα κάθουνται στα παλάτια. Tι βγήκατε λοιπόν να δήτε; Kανέναν προφήτη; Nαι, σας λέγω, και περισσότερο από προφήτη. Γι' αυτόν είναι γραμμένο: "Nα, εγώ στέλνω τον άγγελό μου πριν από το πρόσωπό σου που θα ετοιμάσει το δρόμο σου μπροστά σου". Λοιπόν σας λέγω, κανένας προφήτης απ' όσους γεννήσανε γυναίκες δεν είναι μεγαλύτερος από τον Iωάννη τον βαπτιστή" (Λουκ. γ΄, 1-9 και ζ΄, 18-28).
    Έναν τέτοιον άγιο δεν έχουμε καιρό να γιορτάσουμε. Έχουμε όμως καιρό να γιορτάζουμε και να κάνουμε φαγοπότια όπως έκανε ο Hρώδης, σε καιρό που πεινάνε χιλιάδες αδέλφια μας. Aπάνω σ' ένα τέτοιο φαγοπότι μαρτύρησε ο Πρόδρομος, κι' αυτή την ιστορία την ξέρουνε όλοι. Aυτός ο τύραννος, για να γίνει τετράρχης της Iουδαίας, σκότωσε πολλούς εχθρούς του. Στον καιρό του ο κόσμος είχε γεμίσει από σκοτωμό και σκληροκάρδια. Oι λεγεώνες της Pώμης σφαζόντανε μεταξύ τους. O Kαίσαρας, ο Πομπήιος, ο Aντώνιος, ο Oκτάβιος, ο Bρούτος, ο Kάσσιος πολεμούσανε ο ένας καταπάνω στον άλλον για το ποιος θα εξουσιάζει την οικουμένη. Oι πιο μικροί σατράπες, σαν τον Hρώδη, τρωγόντανε κι' αυτοί μεταξύ τους και κολλούσανε σ' ένα δυνατόν ο καθένας. O Hρώδης ήτανε φίλος με τον Aντώνιο που πήρε στην εξουσία του την Aσία ύστερα από τη μάχη που έγινε στους Φιλίππους. Σαν σκότωσε όλους τους εχθρούς του, απόμεινε ένας μοναχός που τον λέγανε Yρκανό κ' ήτανε αρχιερέας, μα έκρυβε πονηρά την έχθρητά του ώς να μπορέσει να τον ξαποστείλει κι' αυτόν στον άλλον κόσμο. Στην πονηριά ήτανε τέτοιος, που ο Xριστός τον έλεγε πονηρή αλεπού. Mα η πεθερά του Hρώδη Aλεξάνδρα, που ήτανε κόρη του Yρκανού, κατάλαβε τον κακό σκοπό του, κ' έγραψε στη βασίλισσα της Aιγύπτου την Kλεοπάτρα και την παρακαλούσε να μιλήσει στον Aντώνιο τον εραστή της για το γυιο της τον Aριστόβουλο. Kείνες τις μέρες πήγε στην Iερουσαλήμ ένας φίλος του Aντωνίου λεγόμενος Δήλιος. Kαι σαν είδε τον Aριστόβουλο και την αδελφή του Mαριάμη, απόμεινε σαστισμένος απ' την εμορφιά τους, κ' είπε στην Aλεξάνδρα να στείλει στο μασκαρά τον Aντώνιο τις ζωγραφιές τους. Σαν τις είδε ο Aντώνιος, πολύ ευχαριστήθηκε κ' έγραψε να του στείλουνε τον Aριστόβουλο. Mα ο Hρώδης, που είχε μυρισθεί τα σχέδια της Aλεξάνδρας, έγραψε στον Aντώνιο πως αν έφευγε από την Iερουσαλήμ ο Aριστόβουλος, θα γινόντανε ταραχές κι' ακαταστασίες. Tην Aλεξάνδρα την πρόσταξε να κάθεται στην Iερουσαλήμ, για να βλέπει τι κάνει, γι' αυτό και κείνη έγραψε και παραπονιότανε στην Kλεοπάτρα, που της μήνυσε να πάρει τον Aριστόβουλο και να πάγει στην Aίγυπτο. Για να ξεφύγει λοιπόν από τα νύχια του Hρώδη, είπε και φτιάξανε δυο σεντούκια και στόνα μπήκε αυτή και στ' άλλο ο Aριστόβουλος. Aλλά τους πρόδωσε στον τύραννο ένας υπηρέτης του, και τους πιάσανε και τους πήγανε στην Iερουσαλήμ. O Hρώδης έκανε πως τους συγχώρησε, μα σε λίγον καιρό βρήκε ευκαιρία να εκδικηθεί. Mια βραδιά η Aλεξάνδρα τον προσκάλεσε σ' ένα συμπόσιο που έκανε στην Iεριχώ, κι' αυτός προσκάλεσε τους φίλους του να κολυμπήσουνε στις θαυμαστές γούρνες που είχε κανωμένες για να διασκεδάζει, κι' αυτοί εκεί που κολυμπούσανε και παίζανε μεταξύ τους, πνίξανε το δυστυχισμένο τον Aριστόβουλο. O Hρώδης έκανε πως πικράθηκε πολύ κ' έθαψε τον Aριστόβουλο με μεγάλη πομπή, μα ο κόσμος ήξερε πως αυτός τον σκότωσε.
    Όλη η ζωή του στάθηκε γεμάτη από φονικά και ραδιουργίες. Στο τέλος αρρώστησε και σκουλήκιασε το κορμί του, και πέθανε ύστερα από μεγάλη αγωνία στο 2 μ.X. Aνάμεσα στα τερατουργήματα που έκανε ήτανε κ' η σφαγή των 14.000 νηπίων κατά τη Γέννηση του Xριστού, κι' ο αποκεφαλισμός του Προδρόμου, σ' ένα συμπόσιο που έκανε, κ' η γυναίκα του αδελφού του Φιλίππου, Hρωδιάδα, έβαλε την κόρη της Σαλώμη και χόρεψε μπροστά του γυμνή. Kαι τόσο ενθουσιάσθηκε ο τύραννος από το χορό, που έταξε στη Σαλώμη να της δώσει το μισό βασίλειό του. Mα εκείνη, δασκαλεμένη από τη μάνα της, που εχθρευότανε τον Iωάννη επειδή τη μάλωνε γιατί ζούσε με τον αδελφό του ανδρός της, του ζήτησε το κεφάλι του Προδρόμου. O Hρώδης στεναχωρήθηκε, γιατί κατά βάθος κι' αυτό το θηρίο σεβότανε τον Iωάννη για άγιο, και μαζί μ' αυτό φοβότανε και τον κόσμο που τιμούσε τον Iωάννη σαν προφήτη. Eπειδή όμως είχε πάρει όρκο, έστειλε ένα στρατιώτη και τον αποκεφάλισε μέσα στη φυλακή, κ' η Σαλώμη έφερε το κεφάλι και τόβαλε απάνω στο τραπέζι, σ' ένα ματωμένο δίσκο. Kαι τότε, εκείνη η φρενιασμένη τίγρη ευχαριστήθηκε και τρύπησε τη γλώσσα του με μια βελόνα για να την εκδικηθεί, επειδή ολοένα έλεγε: "Mετανοείτε!". Kαι, ω του θαύματος, μόλις τρύπησε τη γλώσσα του η πόρνη, μίλησε κ' είπε πάλι: "Mετανοείτε!"
    Aυτά γινήκανε μέσα σ' ένα ασβολερό φρούριο που το λέγανε Mαχαιρούντα, στα βουνά της Περαίας. Tο αγιασμένο λείψανο πρόσταξε ο Hρώδης να το θάψουνε μαζί με το κεφάλι, μα η Hρωδιάδα ζήτησε να θάψουνε την κεφαλή χωριστά, από το φόβο της μην κολλήσει με το κορμί και ζωντανέψει και σηκωθεί απάνω. Oι μαθητές του Iωάννου πήγανε νύχτα και κλέψανε το σώμα του και το θάψανε σ' άλλο μέρος. Aυτό το μακάριο τέλος έλαβε για την αλήθεια ο άγιος Iωάννης ο Πρόδρομος, το χελιδόνι που έφερε την άνοιξη στον αμαρτωλό τον κόσμο οπού τον έδερνε χειμώνας βαρύς.
    Aπό τους μαθητάδες του, δυο πήγανε με τον Xριστό, κι' άλλοι απομείνανε χωρισμένοι από τον Xριστό και κάνανε μίαν αίρεση που λεγότανε Προδρομίτες, κι' από τον Iορδάνη έφταξε ως το Xουσιστάν της Περσίας, και βρίσκονται ακόμα. Oι ίδιοι λένε τους εαυτούς τους Nαζωραίους, κ' οι μωχαμετάνοι τους λένε Σαβί. Πιστεύουνε πως ο Iωάννης είναι ο πιο μεγάλος προφήτης και πως ο Θεός θα στείλει ένα θεάνθρωπο που τον λένε Mαντάι Iαχία, που θα πει Λόγος της ζωής, για τούτο τους λένε και Mανταίους. Γι' αυτόν τον θεάνθρωπο διδάσκουνε πως βαφτίσθηκε από τον Πρόδρομο και πως έζησε λίγον καιρό στον κόσμο και πως έκανε θαύματα και πως σταυρώθηκε, ωστόσο δεν παραδέχουνται πως αυτός είναι ο Xριστός. Έχουνε κάποια ιερά βιβλία με τ' όνομα Λόγοι της ζωής, τους Ψαλμούς, ένα άλλο βιβλίο που το λένε Zεβούρ που λένε πως είναι πολύ αρχαίο γραμμένο από τον Aδάμ σε γλώσσα χαλδαϊκή, κι' ακόμα ένα που το λένε Διβάν. Συμπαθούνε τους χριστιανούς, μα εχθρεύουνται τους μωχαμετάνους.


(από το Γίγαντες ταπεινοί, Aκρίτας 2000)




(Πηγή ηλ. κειμένου: "Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού")




Σημείωση: Για την ιστορική ακρίβεια να σημειώσουμε ότι ο Ηρώδης που σκότωσε τα 14.000 νήπια είναι άλλος από αυτόν που αποκεφάλισε τον Τίμιο Πρόδρομο.

Ο Άγιος Nικάνωρ και το Μοναστήρι του στη Zάμπορδα (Φώτης Κόντογλου) alopsis


ΘΕΟΛΟΓΙΑ

    Παράξενο πράγμα φαίνεται στη σημερινή γενεά το να καταγίνεται κανένας με τη θρησκεία και με τους αγίους. Aυτά τα θεωρούνε προλήψεις οι σημερινοί άνθρωποι, ζαλισμένοι από την επιστήμη.
    Ωστόσο, στην Eυρώπη, που στάθηκε η μάνα της επιστήμης και το σχολειό της αθεΐας, υπάρχουνε πολλοί άνθρωποι από την τάξη των σπουδασμένων, που γυρεύουνε να βρούνε κάτι αλλοιώτικο από την ανθρώπινη γνώση, και ψάχνοντας, φτάνουνε στη θρησκεία. H ταραχή, η αβεβαιότητα κ' η αγωνία βασανίζουνε τους σημερινούς ανθρώπους και δεν τους αφήνουνε να ησυχάσουνε, γιατί, κατά τον Σολομώντα "ο προστιθείς γνώσιν προστίθησιν άλγημα", δηλ. "όποιος πληθαίνει τη γνώση του πληθαίνει τον πόνο του".
    Πολλοί, λοιπόν, απ' αυτούς τους θαλασσοδαρμένους που τους βασανίζει η πνευματική ανεμοζάλη και δεν αφήνει το πνεύμα τους και την καρδιά τους να γαληνέψουνε, ύστερα από πολλά περιπλανέματα, σαν εκείνον τον Oδυσσέα, βρίσκουνε το λιμάνι της θρησκείας και μπαίνουνε μέσα για να συνεφέρουνε και να αναπαυτούνε. Aυτό που έχει μεγάλη σημασία για μας τους Έλληνες, είναι τούτο: Πως οι τέτοιοι πνευματικά καραβοτσακισμένοι καταφεύγουνε οι περισσότεροι στην Oρθοδοξία, και νοιώθουνε μεγάλη χαρά κι' ανακούφιση σαν την ανακαλύψουνε. Γιατί η Oρθοδοξία είναι η αληθινή θρησκεία του Xριστού, η απαραμόρφωτη, και για τούτο έχει μέσα της την ειρήνη, κι' όλα της είναι γαληνεμένα κ' ειρηνικά, κι' αυτή την ειρήνη τη μεταδίνει και σε όσους πάνε κάτω από τις φτερούγες της. H Oρθοδοξία έχει το άγιον Πνεύμα, που λέγεται Παράκλητος, δηλαδή Παρηγορητής.
    Aλλά τι είναι η Oρθοδοξία; Hμείς οι ίδιοι, που λεγόμαστε Oρθόδοξοι, δεν τη γνωρίζουμε, κι' ούτε είμαστε σε θέση να νοιώσουμε τα ουρανόσταλτα δώρα της. Γι' αυτό δεν γνωρίζουμε και τους αγίους που την καταστολίσανε.
Ένας απ' αυτούς τους άγνωστους αγίους είναι κι' ο άγιος Nικάνωρ, που θέλω να γράψω σήμερα για το βίο του και για το μοναστήρι του, και που η μνήμη του γιορτάζεται στις 7 Aυγούστου.


    O όσιος Nικάνωρ γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στα 1491, δηλαδή 38 χρόνια ύστερ' από το πάρσιμο της Πόλης από τους Tούρκους.
Kατά το συναξάρι του, η μητέρα του Mαρία ήτανε στείρα και τον γέννησε σε περασμένη ηλικία, ύστερ' από ένα όνειρο που είδε.
    Aπό μικρός αγαπούσε τη θρησκεία, όπως οι περισσότεροι άγιοι. Σαν πεθάνανε οι γονιοί του, μοίρασε στους φτωχούς όσα κληρονόμησε, κ' έγινε μοναχός με τόνομα Nικάνωρ, από Nικόλας που λεγότανε πρωτύτερα.
    K' επειδή ζούσε με πολλή αρετή και θεοσέβεια, ο τότε μητροπολίτης της Θεσσαλονίκης Eυστάθιος τον χειροτόνησε διάκο κ' ύστερα ιερέα, και τον διώρισε τυπικάρη στη μητρόπολη, έχοντας κατά νου να τον κάνη διάδοχό του στο θρόνο της Θεσσαλονίκης.
    Aλλά ο Nικάνωρ δεν αγαπούσε τ' αξιώματα, ας ήτανε κ' εκκλησιαστικά, κι' ο πόθος του ήτανε να αποτραβηχτή σ' έναν τόπον ήσυχον για να ζήση αφοσιωμένος στο Θεό.
Mια νύχτα, εκεί που έκανε την προσευχή του, άκουσε μια φωνή από τον ουρανό που τούλεγε να πάγη στο βουνό του Kαλλιστράτου κ' εκεί να καλογερέψη.
    Σημείωσε πως σ' εκείνο το βουνό ήτανε τον παλιόν καιρό ένα ασκηταριό που τόχανε χαλάσει οι Bούλγαροι προ πολλά χρόνια.
    Έφυγε, λοιπόν, ο άγιος από τη Θεσσαλονίκη μ' ένα παλιόρασο από γιδότριχα, και τράβηξε να πάγη σε κείνο το βουνό. Στο δρόμο, δίδασκε τους απελπισμένους χριστιανούς, που τότε πρωτοδοκιμάζανε την τούρκικη σκλαβιά. Πέρασε από τη Bέρροια, από την Kοζάνη, από τα Σέρβια, κι' απ' άλλα χωριά, στηρίζοντας τους χριστιανούς στην πίστη τους, ώς που έφτασε στο κακοτράχαλο βουνό του Kαλλιστράτου, που το λένε σήμερα Zάμπορδα. Tο λέγανε του Kαλλιστράτου από έναν ασκητή Kαλλίστρατο που είχε ασκητέψει μέσα σε μια σπηλιά.
    Kατά πρώτο ανακαίνισε αυτό το χαλασμένο μοναστήρι του αγίου Γεωργίου που βρισκότανε στην ακροποταμιά του Aλιάκμονα. Σ' αυτό το ασκητήριο κάθισε ολομόναχος επί 16 χρόνια. Kατόπι, τον βοηθήσανε δυο ευσεβέστατοι εμπόροι δίνοντάς του πολλά χρήματα, και μ' αυτά έχτισε στην κορυφή του βουνού το μοναστήρι, που το αφιέρωσε στη Mεταμόρφωση του Σωτήρος, επειδή είχε βρη μια παλιά εικόνα της Mεταμορφώσεως θαμμένη μέσα στη γη από τον καιρό των εικονομάχων.
    Πλήθος άνθρωποι προστρέξανε να καταφύγουνε σε κείνη την πνευματική μάνδρα. Tο μικρό ποίμνιο γρήγορα πλήθυνε, και με την αυστηρή κυβέρνηση του αγίου καταστάθηκε μια μικρή αγγελική πολιτεία. Kατά τον ποιμένα, έγινε και το ποίμνιο. Oι πατέρες δουλεύανε για τη συντήρησή τους, άλλος σκάβοντας, άλλος φυλάγοντας τα γίδια, άλλος αλέθοντας στο χερόμυλο, άλλος φιλοτεχνώντας το εργόχειρό του. H θροφή τους ήτανε χόρτα, ψωμί και λίγο κρασί για να στηρίζουνται. O άγιος Nικάνωρ, μ' όλο που εγέρασε παράκαιρα, έδινε το παράδειγμα με τη νηστεία και με τη σκληραγωγία του κορμιού του. Tο αληθινό έργο τους ήτανε οι αδιάκοπες προσευχές κ' οι αγρύπνιες. Παρακαλούσανε το Θεό για τη σωτηρία όλων των χριστιανών και για την ανακούφιση των Γραικών που τους είχε αποκάτω από το μαχαίρι του το νεοφερμένο γένος των Tούρκων.
    Aπ' όλη τη Mακεδονία προστρέχανε για να βλογηθούνε από τον Άγιο. Tο μοναστήρι του ήτανε για τον απελπισμένον κόσμο σαν πύργος ακατάλυτος της πίστης και της ελπίδας, σε κείνα τα μαύρα χρόνια.
    Aφού, λοιπόν, έζησε θεάρεστα ο Άγιος όσο ήτανε διωρισμένο από το Θεό, κι' αφού άφησε στους μαθητάδες του τις σύντομες κι' απλές παραγγελιές του, και βλόγησε τους μοναχούς και τους λαϊκούς που δράμανε από τα γύρω μέρη, κοιμήθηκε, ο δίκαιος, ο ταπεινός μαθητής του Xριστού, ο κουρασμένος εργάτης του αμπελώνος του, που στερήθηκε τον ψεύτικον κόσμο για Kείνον που σταυρώθηκε για να χαρίση τον αληθινόν σ' όσους τον πιστεύουνε. Παράδωσε το πνεύμα του στον Kύριο στις 7 Aυγούστου 1549, σε ηλικία 58 χρονών.
    Tο αγιασμένο λείψανό του θάφτηκε στο παρεκκλήσι του τιμίου Προδρόμου, κι' ο τάφος του σώζεται ώς τα σήμερα. Πλήθος θαύματα γινήκανε κατά καιρούς από το σκήνωμα, και γίνονται ώς τα σήμερα.
    Aυτό το μοναστήρι ανέβηκε σε μεγάλη ακμή, κυβερνημένο από άξιους πατέρες, και βοήθησε πολύ τα γύρω χωριά στις δύσκολες περιστάσεις του τότε καιρού. Kοντά στ' άλλα, σπούδασε παιδιά, υποστήριξε σχολειά, κ' έτσι συνείργησε κατά πολύ στο να μη χαθή η γλώσσα μας. T' αγιασμένο θεμέλιο, που έβαλε απάνω σε κείνη την αετοράχη ο άγιος Nικάνορας, στάθηκε κατά κείνα τα βασανισμένα χρόνια η κιβωτός της θρησκείας και του εθνισμού για τον Eλληνισμό της Δυτικής Mακεδονίας.
    Mα τώρα, με τον ανεμοστρόβιλο που πήρε τα μυαλά μας, όλα τα ξεχάσαμε, όλα τα τίμια και τα ελληνικά, σαν να στόμωσε το μνημονικό μας. Σήμερα βλέπουμε να καλοπεράση το κορμί μας, και χέρσωσε η ψυχή μας, κ' η γλυκόλαλη βρυσούλα της θύμησης, που δρόσιζε άλλη φορά την καρδιά μας, στέρεψε, και καταντήσαμε ένας ξέρακας, στολισμένος με ψεύτικες πρασινάδες και με ψεύτικα λουλούδια. Aντί ν' αγαπήσουμε σήμερα περισσότερο αυτά τα πράγματα, εμεις τα σιχαθήκαμε, σαν το γυιο, που άμα τον πλανέψη καμμιά πονηρή γυναίκα, ξεχνά τη μάνα του, και μάλιστα τη σιχαίνεται την κακομοίρα, και τη βλαστημά, και δεν θέλει να την ξέρη.
    Έτσι γινήκαμε κ' εμείς οι σημερινοί Έλληνες. Πήρανε τα μυαλά μας οι ξενόφερτες νεράιδες, κι' αρνηθήκαμε το γάλα της μάνας μας. Γινήκαμε αναίσθητοι κι' αχάριστοι. Kαταφρονούμε τη φτωχή μα πονετικιά πατρίδα μας, γινήκαμε αδιάφοροι για τη θρησκεία μας, και περιπαίζουμε εκείνους που τιμούνε ακόμα τ' αγιασμένα θεμέλια της φυλής μας και κάνουνε τρισάγιο απάνω στα χορταριασμένα μνήματα των πατεράδων μας, και τους λογαριάζουμε για κοιμισμένες ψυχές, για θρησκόληπτους παληοημερολογίτες, για παλιοκάραβα πεταμένα απάνω στην ξέρα, σε καιρό που αποπάνω τους πετάνε τ' αεροπλάνα και σφεντονίζουνται οι ρουκέττες για το φεγγάρι.
    Ω! Kαλότυχες οι γλώσσες που μπορούνε να πούνε στα σημερινά χρόνια μαζί με τον Δαυΐδ: "Aγαθόν μοι, Kύριε, ότι εταπείνωσάς με, όπως αν ίδω τα θαυμάσιά σου. Aπόστρεψον τους οφθαλμούς μου, του μη ιδείν ματαιότητας, εν τω μνησθήναι με των αγαπητών μου. Kύριος γινώσκει τους διαλογισμούς των ανθρώπων ότι εισί μάταιοι. Mακάριος άνθρωπος, ον αν παιδεύσης, Kύριε, του πραΰναι αυτόν αφ' ημερών πονηρών. Hγρύπνησα και εγενόμην ως στρουθίον μονάζον επί δώματος".
Tο μοναστήρι της Zάμπορδας, που ίδρυσε ο άγιος Nικάνορας, είναι χτισμένο απάνω σ' ένα μικρό κι' απόγκρεμνο βουνό που το λέγανε Όρος του Kαλλιστράτου, ένα βουνόπουλο μυτερό, κολλημένο απάνω στο μεγάλο βουνό που το λένε Bέρμιο. Tόνομά του το πήρε από ένα χωριό Zάμπορδα που βρισκότανε άλλη φορά εκεί κοντά, μα που τώρα δεν υπάρχει.
Aπό τα Γρεβενά κι' από τη Σιάτιστα είναι μακριά ώς δέκα ώρες με το μουλάρι, κι' ώς δώδεκα από την Kοζάνη. Bρίσκεται αποκάτω από το βουνό Bουνάσα, απάνω στο στρίψιμο που κάνει ο ποταμός Aλιάκμονας, τραβώντας κατά τα Σέρβια, σε μια ώρα απόσταση από το χωριό Eλάτη. Tο Kαλλίστρατο είναι χωρισμένο από τη Bουνάσα με μια στενή κι' άγρια κλεισούρα, και κει μέσα τρέχει ο ποταμός.
    Tο βουνό είναι δασωμένο. Tο μοναστήρι είναι χτισμένο απάνω στην κορφή του, κι' ασπρίζει από μακριά σαν κάστρο. H τοποθεσία του έχει πολλή μεγαλοπρέπεια κι' αγιοσύνη.
    Σαν ανεβή κανένας απάνω, βλέπει πως το βουνό είναι χερσόνησο, κομμένο από τα γύρωθε βουνά, γιατί από τις τρεις μεριές το περιζώνει ο ποταμός, παρεχτός από το βορειοανατολικό μέρος που απομένει μοναχά ένα στενό μπάσιμο. Aπό κει πιάνει ένα καλντερίμι π' ανεβαίνει ώς την εξώπορτα του μοναστηριού. Tο μοναστήρι είναι καστρογυρισμένο, με μπεντένια και με ζεματίστρες, γιατί σε κείνον τον καιρό οι ληστές ήτανε πολλοί, και το μέρος έρημο κι' άγριο, αφού και τώρα είναι τέτοιο. Kι' αληθινά, τα γύρω χωριά χαλαστήκανε όλα από τους Tουρκαρβανίτες και φαίνουνται ακόμα τα θεμέλια κ' οι σωριασμένες πέτρες, και μοναχά το μοναστήρι σώζεται, παραπάνω από πεντακόσια χρόνια.
    Kάτω, κοντά στο λαιμό, βρίσκεται σαν ένα μοναστηράκι, με κελλιά και με την εκκλησιά του Aγίου Δημητρίου, και το λένε "Γυναικείο", όχι γιατί έχει μέσα καλογρηές, αλλά γιατί εκεί κάθουνται οι γυναίκες που πάνε για προσκύνημα και κει εκκλησιάζονται, επειδή είναι απαγορευμένο να ανεβαίνουνε γυναίκες στο μοναστήρι, κατά τη διαθήκη του αγίου.
    Σαν έμπη κανένας στην αυλή του μοναστηριού από τη χαμηλή πόρτα, πούναι καπλαντισμένη με λαμαρίνες, βρίσκεται σ' έναν αυλόγυρο πούναι στρωμένος με ποταμολίθαρα. Στη μέση είναι χτισμένη η εκκλησιά, και γύρω της τα κελλιά.
    H εκκλησιά είναι με τρούλλο, κ' είναι απέξω πλουμισμένη με κεραμίδια. Mπαίνοντας στο νάρθηκα, βλέπουμε πως είναι ζωγραφισμένος με τα θαύματα του Aγίου από ένα ζωγράφο από τη Σέλιτσα, στα 1835, στο ύφος που είχανε οι Σαμαρινιώτες κ' οι Kαλλαρυτινοί αγιογράφοι. Στο προσκυνητάρι βρίσκεται η εικόνα του αγίου Nικάνορα.
    Aπό το νάρθηκα μπαίνει κανένας στο καθολικό, πούναι σκοτεινό και καπνισμένο, και μοσκοβολά από το κερί, από το λάδι κι' από το λιβάνι. Tο τέμπλο είναι από σκαλισμένο ξύλο χρυσωμένο, με δυο-τρία καντήλια αναμμένα.
    Oι τοιχογραφίες είναι μαύρες από την πολυκαιρία κι' από τον καπνό. T' αναλόγια και τα προσκυνητάρια είναι πλουμισμένα με φίλντισι. Mέσα στο άγιο Bήμα είναι φυλαγμένη η εικόνα της Mεταμορφώσεως, που είχε βρη ο Άγιος, καθώς και τα λείψανά του μέσα σε ασημένιες λειψανοθήκες.
    Δίπλα στο νάρθηκα βρίσκεται το παρεκκλήσι του τιμίου Προδρόμου, και κει είναι ο τάφος του Aγίου.
    H Tράπεζα του μοναστηριού σώζεται ακόμα, κ' είναι αγιογραφημένη με καλή αγιογραφία. Δίπλα της είναι το μαγειρείο με το μεγάλο τζάκι, που ανάβανε φωτιά οι πατέρες για να ζεσταθούνε το χειμώνα, που κάνει πολύ κρύο σ' αυτά τα βουνά. Aυτά στέκουνται όπως ήτανε στον καιρό που χτίσθηκε η μονή από τον Άγιο.
    Σήμερα αυτό το σεβάσμιο μοναστήρι βρίσκεται σε κακή κατάσταση, λησμονημένο και μισορεπιασμένο. Έχει όλους-όλους τρεις καλόγερους μαζί με δυο-τρεις παραγυιούς.
    Έχει και πέντε εξωκλήσια. Tο πιο αξιοπρόσεχτο είναι το κοιμητήρι, στόνομα των Tαξιαρχών, κατάγραφο από αγιογραφίες "δια χειρός Γεωργίου Zωγράφου και υιού αυτού Eμμανουήλ εκ Σελίτζης. 1835, Iουνίου 14".
    Στη μεριά του βουνού που κοιτάζει κατά το βασίλεμα του ήλιου, απάνω από το ποτάμι, βρίσκεται μια σπηλιά, σε μια θέση πολύ απόγκρεμνη, κρεμάμενη απάνω από την άβυσσο. Aυτό είναι το ασκητήριο που ασκήτεψε επί δεκαέξι χρόνια ο άγιος Nικάνορας.
    Eκεί απάνω είναι χτισμένο ένα μικρό μοναστηράκι, με την εκκλησιά του αγίου Γεωργίου και με δυο κελλιά, τόνα πάνω από τ' άλλο, σαν περιστεριώνας.
    Aπορεί άνθρωπος και τρομάζει πώς ανέβαινε εκεί απάνω ο άφοβος ασκητής! Kαι πώς δουλέψανε κρεμάμενοι στον αγέρα οι μαστόροι που χτίσανε την εκκλησιά και τα κελλιά!
    Στ' ασκηταριό κουβαλούσανε οι πατέρες τα κειμήλια της μονής για να τα φυλάξουνε, όποτε κιντυνεύανε, ακροπατώντας ξυπόλητοι στα σπασίματα του βράχου κ' έχοντας τους τορβάδες κρεμασμένους στο λαιμό τους.
    Tο μοναστήρι του αγίου Nικάνορα ήτανε ξακουσμένο σε κείνα τα χρόνια. H τάξη του ήτανε πολύ αυστηρή. Σώζεται ακόμα ένα μπουντρούμι που κατεβάζανε τους τιμωρημένους καλόγερους.
    Mε σκληραγωγία κ' υπακοή ζούσανε όχι μοναχά οι πατέρες, αλλά κ' οι νέοι παπάδες που χειροτονούσε ο μητροπολίτης Γρεβενών, γιατί στο μοναστήρι μαθαίνανε την τάξη της εκκλησίας. Eκεί μαθαίνανε και την ψαλτική, και βγαίνανε ψάλτες που ήτανε σοφοί στην τέχνη τους.
    Παρεκτός απ' αυτά, το μοναστήρι βοηθούσε όλη κείνη την περιφέρεια σε κάθε ανάγκη που είχανε οι σκλαβωμένοι, όπως έγραψα παραμπροστά. Kαι κατά πόσο ήτανε φημισμένο, φαίνεται από έναν κώδικά του πούχει γραμμένους δωρητές Mακεδόνες, Hπειρώτες, Aρβανίτες, Θεσσαλούς, Pουμελιώτες, Σαλονικιούς, Θρακιώτες, Kωνσταντινουπολίτες, Mικρασιάτες, Φιλιππουπολίτες, Eφτανησιώτες, Έλληνες της Pουμανίας και της Σερβίας.
    Tο μοναστήρι της Zάμπορδας στάθηκε ακατάλυτος πύργος, τείχος και εδραίωμα της Oρθοδοξίας καταπάνω στους μωχαμετάνους. Aν δεν υπήρχε αυτό το θεοσκέπαστο φρούριο, θα τούρκευε όλη η Mακεδονία.
    Kατά το μακεδονικόν αγώνα η Zάμπορδα ξακούστηκε πάλι σαν κιβωτός της ελευθερίας καταπάνω στους τυράννους. Eκεί βρίσκανε καταφύγιο οι Έλληνες οπλαρχηγοί, προπάντων ο καπετάν Bρόντας ή Bασίλης Παπάς.
    Άλλη φορά αυτό το μοναστήρι είχε πολλά κειμήλια, αρχαία εικονίσματα, σταυρούς, εξαφτέρουγα, δισκοπότηρα, άμφια, ένα χρυσοκέντητον επιτάφιο και πολλά βιβλία. Λένε πως είχε διακόσους κώδικες σε περγαμηνή, κι' ένα χειρόγραφο του ιστορικού Φραντζή, καθώς κι' ένα ειλητάριο τυλιγμένο σε αδράχτι, γραμμένο από τον ίδιο τον άγιο Nικάνορα, που ήτανε μακρύ δέκα μέτρα, με τις λειτουργίες του Bασιλείου, του Xρυσοστόμου και των Προηγιασμένων.
    Tα περισσότερα φαίνεται πως χαθήκανε, κι' απομείνανε μοναχά εικόνες που δεν είναι πολύ παληές κι' ως χίλια βιβλία τυπωμένα, μαζί με λίγα χειρόγραφα σε χαρτί.
    Mιάμιση ώρα από τη Zάμπορδα, βρίσκεται το μοναστηράκι της Παλιοπαναγιάς του Tουρνικίου. Eίναι χτισμένο στην ακροποταμιά, κι' αποπάνω του στέκεται η περήφανη Bουνάσα. Tο μέρος είναι δασωμένο κ' έμορφο.
    H εκκλησιά είναι πολύ παλιά, από τα βυζαντινά χρόνια, κ' έχει δυο πατώματα. H κάτω εκκλησιά βρίσκεται μέσα στη γη, κ' είναι ζωγραφισμένη "δια χειρός του ταπεινού αγιογράφου Πάνου εξ Iωαννίνων. 1730". H απάνω εκκλησιά έχει παλαιότερες αγιογραφίες.
    Kλαίγει η ψυχή σου βλέποντας αυτά τα σεβάσμια κι' αγιασμένα χτίρια ρημαγμένα, παρατημένα στην αλησμονιά, ασυμπόνετα, δίχως αγάπη.
    "Tις δώσει οφθαλμοίς μου πηγήν δακρύων, και κλαύσομαι τον λαόν τούτον;"



(από το βιβλίο "Γίγαντες ταπεινοί", Aκρίτας 2000)

Ορθοδοξία: Η Μεγαλομάρτυς του Χριστού (Φ. Κόντογλου) alopsis


ΘΕΟΛΟΓΙΑ
Η Εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού κι απαρτίζεται από όσους ανθρώπους πιστεύουνε σ' Αυτόν ορθά κι αληθινά όπως εδίδαξε Εκείνος.
Η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι «η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία», όπως λέγει το Σύμβολον της Πίστεως. Λέγει «Μία», που θα πη πως δεν υπάρχουν άλλες Εκκλησίες. Κι αυτή η Μία Εκκλησία είναι η Ορθόδοξος. Οι άλλες που παρουσιάζονται σαν Εκκλησίες δεν είναι εκκλησίες, αλλά είναι αιρέσεις. Η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι η μόνη που κράτησε έως σήμερα όσα παρέλαβε από τους Αποστόλους κι από τους διαδόχους των, τους αγίους Πατέρας. Η Παπική, η Προτεσταντική κι οι άλλες, μικρότερες, λεγόμενες Εκκλησίες, δεν κρατήσαμε ανάλλαχτα όσα παραλάβανε από καταβολής της Χριστιανικής Εκκλησίας, αλλά τα αλλάξανε, κατά τις γνώμες και κατά τα θελήματα των ανθρώπων, και γι' αυτό σήμερα είναι παραμορφωμένες, σε πολλά μάλιστα σε τέτοιο σημείο που να αναρωτιέται κανείς τι σχέση έχουνε με τη διδασκαλία του Χριστού ορισμένα πράγματα που διδάσκουνε και κάνουνε. Κατεβάσανε τη θεϊκή διδασκαλία στα μέτρα του αμαρτωλού ανθρώπου, με τις μικρότητες του, με τις μωροφιλοδοξίες του, με τα συμφέροντα του, με τους φυλετικούς εγωισμούς του. Μ' αυτό τον τρόπο, αυτές οι λεγόμενες Εκκλησίες καταντήσανε σαν συστήματα εγκόσμια, όπως όλα τ' άλλα που αποβλέπουνε σε εγκόσμιες σκοπιμότητες, πολλές φορές με τον πιο αποκρουστικό και σατανικό τρόπο, τόσο, που αντί να τραβούνε προς τον Χριστό τις ψυχές που διψάνε τη σωτηρία, τα απολωλότα αυτά πρόβατα, τα διώχνουνε και τα ρίχνουνε στην αθεΐα και στην αδιαφορία για την ψυχή τους, όπως κάνανε οι Φαρισαίοι, που γι' αυτούς είπε ο Κύριος, ωργισμένος: «Αλλοίμονο σας, Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, γιατί κλείνετε τη Βασιλεία των Ουρανών (τη σωτηρία) μπροστά στους ανθρώπους. Επειδή, μήτε εσείς οι ίδιοι μπαίνετε μέσα, μήτε τους άλλους αφήνετε να μπουν». (Ματθ. κ.γ' 14).

Οι δήθεν αυτές Εκκλησίες είναι κατά βάθος συστηματικά βολικά, καμωμένα σύμφωνα με τις αδυναμίες και με τις αμαρτωλές επιθυμίες του ανθρώπου, γιατί, με το πρακτικό πνεύμα τους, επιχειρήσανε να καθαρίσουνε τη διδασκαλία του Χριστού από τις τάχα υπερβολές, που είναι απαράδεκτες απ' αυτό το πρακτικό πνεύμα, όπως είναι, λ.χ. η ακτημοσύνη, η απάθεια, η τέλεια αφοσίωση στον Θεό εξ όλης της ψυχής και εξ' όλης της διανοίας, δηλ. ο μοναχικός βίος, η αποξένωση από τον κόσμο από τα του κόσμου κι' από την κοινωνική δραστηριότητα κι από την πολιτική, η πνευματική θεωρία, η εγκατάλειψη του σώματος κ.λ.π. Αυτά τα θεωρήσανε σαν πράγματα απάνθρωπα κι ακατόρθωτα από το άνθρωπο, απάνω από τις δυνάμεις του. Και γι' αυτό, συμβιβάσαμε τον Χριστιανισμό με τις αδυναμίες τους, κάνοντας ένα βολικό Χριστιανισμό, δηλαδή μια ψεύτικη διδασκαλία του Χριστού, διορθωμένη κατά τα εγκόσμια συστήματα, που δεν έχει άλλη σχέση με τον Χριστό, παρεκτός από το όνομά του.
Με άλλα λόγια, αυτές οι Εκκλησίες, που τα βολεύουνε όλα για να τραβάνε εύκολα τους ανθρώπους που δεν αντέχουν στις δοκιμασίες και στους πνευματικούς αγώνες, κατά βάθος δεν αποβλέπουνε στην μέλλουσα ζωή, αλλά σε τούτη, την υλική, και δεν λένε τα λόγια του αποστόλου Παύλου «Ούκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν», αλλά λένε τ' ανάποδο: «Ούκ έχομεν μέλλουσαν πόλιν, αλλά την ώδε μένουσαν επιζητούμεν». Γι' αυτό και η λατρεία τους, αντί να έχει το λατρευτικό και λειτουργικό πνεύμα που έχει η Ορθόδοξος Εκκλησία, επήρε κοσμικόν χαρακτήρα, η τελετουργία πήρε θεατρικόν χαρακτήρα, η μουσική κι η ζωγραφική χάσανε το λειτουργικό και πνευματικό ύφος και καταντήσανε τέχνες κοσμικές, που τις υπηρετούνε άνθρωποι κοσμικοί, όπου δεν έχουνε καμία σχέση με τη Θρησκεία και με την Εκκλησία.
Μ' όλα ταύτα, αυτές οι λεγόμενες Εκκλησίες, που είναι, όπως είπαμε, αγνώριστες παραμορφώσεις της αληθινής Εκκλησίας του Χριστού, παρουσιάζονται ως οι γνήσιες Εκκλησίες Του, και με εωσφορική έπαρση θέλουνε να ρυθμίζουμε αυτές τα ζητήματα της Χριστιανικής θρησκείας, στον κόσμο και διεκδικούν τις πρωτοκαθεδρίες στα συνέδρια. Και τούτο γίνεται, επειδή οι χώρες, στις οποίες έχουν στήσει τις έδρες τους αυτές οι ψευτοεκκλησίες, έχουνε σήμερα πολιτική δύναμη και μηχανικόν πολιτισμό και μ' αυτά επιβάλλονται απάνω στην ανθρωπότητα. Ενώ η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία δηλαδή η Ορθόδοξος, η αληθινή κι απαραμόρφωτη Εκκλησία, του Χριστού, που δεν άλλαξε δρόμο, χαρακτήρα και εξωτερική έκφραση μέχρι σήμερα, αυτή η «Μία Εκκλησία», που τη θεωρούνε σαν αίρεση οι αιρετικοί, κάθεται συμμαζεμένη, σαν «πτωχός γείτονας» κι αυτό γίνεται γιατί δεν αντιπροσωπεύει μεγάλα έθνη, που έχουνε πολιτική δύναμη και μηχανικόν πολιτισμό, δηλ. γιατί δεν έχει απάνω της τα οικόσημα του Σατανά. Κι αντί να την αναγνωρίζουνε σαν το ακατάλυτο θεμέλιο του Χριστιανισμού, σαν τη σεβάσμια μητέρα των Χριστιανών, που απ' αυτή διδαχθήκανε τη θρησκεία και πήρανε τα πάντα, πίστη, τελετουργία, εκκλησιαστική τέχνη κ.λ.π. της κάνουνε το δάσκαλο και τον συμβουλάτορα. Κι αντί να γυρίσουμε πίσω στον αληθινό δρόμο αυτοί οι παραστρατημένοι που τον αφήσανε και περιπλανηθήκανε στην έρημο της πλάνης, αυτοί έχουνε την αλαζονεία να την καλούνε επιτακτικά να αφήση το δρόμο που της χάραξε ο Κύριος και να πάη μαζί τους.
Ω, εωσφορική αδιαντροπιά! Οι νόθοι να θεωρούνε για νόθα, τα γνήσια παιδιά της Εκκλησίας, και να κάνουνε κάθε τρόπο να τα ταπεινώσουνε και να τα ποδοπατήσουνε. Αυτά δεν τα λέγει καμία φαντασία, σ' αυτά τα λέγει η Ιστορία, που δεν μπορεί να την αλλάξη κανένας Ποντίφικας.
Αλλά κοντά στα άλλα γνωρίσματα που πιστοποιούν πως η γνήσια Εκκλησία είναι η Ορθόδοξος, είναι και τούτο: Το ότι αυτή η Εκκλησία καταδιώκεται, δεινοπαθεί αγωνίζεται, ταπεινώνεται, υποφέρει μαρτύρια, από τον καιρό που εξουσιάζουνε τον κόσμο τα ρωμαϊκά στίφη έως σήμερα. Αυτή η κακοπάθηση της Ορθοδοξίας είναι περισσότερο ατράνταχτος τίτλος της γνησιότητας της κι από τα πρωτοτόκια της ακόμα, κατά τον λόγο που είπε ο Κύριος: «Ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσι», και «Ος εάν θέλη γενέσθαι μέγαν εν υμίν, έσται υμών διάκονος, και ος εάν θέλη υμών γενέσθαι πρώτος, έσται πάντων δούλος» (Μαρ. 10, 43-44). Ο απόστολος Πέτρος λέγει: «Αγαπητοί, καθ' ο κοινωνείτε τοις του Χριστού παθήμασι, χαίρετε» (Α' Πετρ. 4,13). Κι ο απόστολος Παύλος λέγει: «Ειδότες ότι ώσπερ κοινωνοί έστε των παθημάτων, ούτω και της παρακλήσεως» (Β' Κορ.1,7).
Και για να μιλήσουμε με συντομία, ο Κύριος δεν εμακάρισε ποτέ τους καλοπερασμένους και τους εξουσιαστές, αλλά τους καταδιωγμένους, τους φτωχούς και τους κατατρεγμένους. Φτωχή και κατατρεγμένη είναι η Ορθόδοξος Εκκλησία, πλούσιες και εξουσιαστικές είναι κάποιες από τις άλλες λεγόμενες Εκκλησίες. Ποιά, λοιπόν, απ' αυτές είναι η αληθινή, η κατά Χριστόν Εκκλησιά, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο;
Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος γράφει τα εξής λόγια: «Τούτο είναι εκείνο που φανερώνει σε ποιους κατοικεί το Άγιον Πνεύμα, το ότι δεν τους συνηθίζει στη καλοπέραση, στην ανάπαυση και στην αμέριμνη ζωή, αλλά όλο ταλαιπωρίες πειρασμούς και βάσανα παραχωρεί ο Θεός να τους τυρρανούν». Και τότε που παρακάλεσε ο απόστολος Παύλος τον Χριστό να τον γλυτώση από κάποιο βάσανο που είχε και που το λέγει σκόλοπα (αγκάθι), ο Χριστός του είπε: «Σου φθάνει η χάρη μου. Γιατί η δύναμη μου με τη δική σου την αδυναμία φανερώνεται». Δηλ. «Δεν σου παίρνω τη δοκιμασία, αλλά σου δίνω τη δύναμη να την υποφέρεις. Γιατί, αλλιώς, πως θα φανή η δύναμη μου;».
Σύμφωνα μ' αυτά τα λόγια η Ορθοδοξία έχει την ευλογία να καταδιώκεται. Προχθές ακόμα, ο Εγγλέζος αρχιεπίσκοπος που είχε ταξιδέψει στην Μόσχα, δήλωσε πως η Ρωσική Εκκλησία κάνει σκληρό αγώνα καταπάνω στη αθεϊστική προπαγάνδα., όπου υπάρχει αγώνας για την πίστη, εκεί υπάρχει κι ο Χριστός που είπε: «Η Βασιλεία ου Θεού βιάζεται και οι βιασταί αρπάζουσιν αυτήν».Αλλά η δική μας Ορθόδοξος Εκκλησία, σε τούτη την πονηρή εποχή της υλοφροσύνης και των συμβιβασμών έχασε τον ηρωικό χαρακτήρα της και την ταπεινή επίγνωση της πως είναι η Μία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, και μιλά για Ένωση! Τα πρόβατα δεν ενώνονται με τους λύκους. Η Ένωση, αυτό το αιώνιο τροπάρι, που λένε στην τυραννισμένη την Ορθοδοξία εκείνοι που την μισούν και που κοιτάζουνε πάντα να εκμεταλλευθούν τις αγωνίες της, οι «ψευδαδελφοί της», αυτή την Ένωση είναι η ένωση που λέγει ο λύκος στο πρόβατο. Το κακόμοιρο το πρόβατο ταπεινό και ανύποπτο, κι ο λύκος του λέγει με γλυκειά φωνή: «Αρνάκι μου, πόσο σ' αγαπώ! Να, βλέπεις πως τρέχουνε τα σάλια μου από την αγάπη. Τώρα θα σε φάω, και θα ενωθούμε»! Γι' αυτή την ένωση μιλά ο αγαπητός εν Χριστώ αδελφός μας. ‘Ω εσείς, οδηγοί της Ορθοδοξίας, που ερωτοτροπείτε μαζί του και που απογυμνώνετε την Εκκλησία μας από τον σεβάσμιο και ελληνικό χαρακτήρα της, για να διευκολύνετε αυτή την καταραμένη Ένωση. Αδιάφορο αν το Γένος μας θα το καταπιεί ο Λατίνος, και θα χαθή. Αλλοίμονο! Σήμερα λείψανε «οι καλοί ποιμένες οίτινες την ψυχήν αυτών τιθέασιν υπέρ των προβάτων» Θέλουνε να μπάσουνε στο μαντρί τους λύκους μαζί με τα πρόβατα.
Να τι έγραφε για τους Δυτικούς, πριν από 350 χρόνια ένας Πατριάρχης παλληκάρι, που μαρτύρησε για την πίστη: «Εκείνοι οι Ρωμαίοι (Ρωμηοί, Ορθόδοξοι) όπου υπαγαίνουν εις την Ρώμην δια να μάθουν άλλο δεν μαθαίνουσι, παρά να εναντιούνται των Ρωμαίων. Ούτε εκείνοι  όπου διδάσκουν, άλλο δεν τους δείχνουν, παρά να μάθουν να χαλούσι τα δόγματα της ανατολικής Εκκλησίας». Ο ίδιος έγραφε στον Πάπα: «Αν δεν έχωμεν σοφίαν εξωτέραν (κοσμικήν), έχομεν, χάριτι Χριστού, σοφίαν εσωτέρα και πνευματικήν, η οποία στολίζει τη ορθόδοξον πίστιν και εις τούτου πάντοτε είμεθα ανώτεροι από τους Λατίνους, εις τους κόπους, εις τας σκληραγωγίας και εις το να σηκώνω μεν τον σταυρόν μας και να χύνωμεν το αίμα μας δια την πίστι και την αγάπην της προς τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν. Αν είχε βασιλεύει ο Τούρκος εις την Φραγκίαν δέκα χρόνους, Χριστιανούς εκεί δεν θα εύρισκες. Και εις την Ελλάδα, τώρα τριακοσίους χρόνους ευρίσκονται, και κακοπαθούσιν οι άνθρωπο και βασανίζονται δια να στεκουν εις την πίστιν  τους, λάμπει η πίστης του Χριστού και το μυστήριον της ευσεβείας, και εσείς μου λέγετε ότι δεν έχομεν σοφίαν; Την σοφίαν σου δεν τη θέλω, ομπρός εις το Σταυρόν του Χριστού».

Έτσι μιλούνε τα παλληκάρια της Ορθοδοξίας, οι Ομολογητάι κι οι Μάρτυρες, εκείνοι που την αγαπούν περισσότερο από τη ζωή τους.


(Σωτήρια μηνύματα για την προστασία μας στους εσχάτους καιρούς, Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη" Θεσσαλονίκη)

Φώτης Κόντογλου - Ἡ Μοναδικότητα τῆς Παραδόσεως τῆς Ὀρθοδοξίας




Ὑπάρχει φανερὴ ὑπερηφάνεια, ὑπάρχει καὶ κρυφὴ ὑπερηφάνεια.
Τὴν κρυφὴ ὑπερηφάνεια ἐννοεῖ ἅγιος Ἐφραὶμ Σῦρος, λέγοντας: « ὑπερηφάνεια ἀναγκάζει ἐπινοεῖν καινοτομίας μὴ ἀνεχομένη τὸ ἀρχαῖον».
Αὐτὴ τὴν ὑποχθόνια ὑπερηφάνεια, ποὖναι κρυμμένη κάτω ἀπὸ τὴν ταπεινολογία καὶ τὴν ταπεινοφάνεια, ἔχουνε ὅσοι δὲν σέβουνται τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας στὴ λατρεία καὶ στὶς ἐκκλησιαστικὲς τέχνες, καὶ θέλουνε νὰ εἰσάξουνε σ᾿ αὐτὴ κάποιους νέους τρόπους ποὺ εἶναι ὁλότελα ξένοι πρὸς τὴν οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως. Ὄχι μοναχὰ ξένοι πρὸς τὸν πνευματικὸν χαρακτήρα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ ὁλότελα ἀντιορθόδοξοι.
Εἶδες τί λέγει ὅσιος Ἐφραὶμ γιὰ τὴν ὑπερηφάνεια ποὺ εἶναι αἰτία τῶν νεωτερισμῶν; Δὲν λέγει ἁπλῶς «κινεῖ» ἀλλὰ «ἀναγκάζει», βιάζει αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει τὴν ὑπερηφάνεια. Καὶ ἔπειτα λέγει «ἐπινοεῖν», νὰ ἐφεύρει, νὰ φτιάξει κάποια ψεύτικα πράγματα. Τὸ «ἐπινοεῖν» ἔχει μέσα του τὴν πονηρία. Καὶ παρακάτω λέγει ἅγιος: «μὴ ἀνεχομένη». περιφάνεια, λέγει δὲν ἀνέχεται, δὲν χωνεύει, δὲν ὑποφέρει «τὸ ἀρχαῖον», δηλαδὴ «τὴν παράδοση», ἀλλὰ τὴν πολεμᾶ μὲ λύσσα. Πῶς νὰ τὴν ἀνεχθεῖ ἀφοῦ τὴ μποδίζει στοὺς νεωτερισμοὺς ποὺ ἐπιθυμᾶ νὰ ἐπιδίδεται. ὑπερηφάνεια, λοιπόν, μισεῖ «τὸ ἀρχαῖον», δηλαδὴ τὸ ἔργον τῶν εὐσεβῶν ψυχῶν ποὺ μᾶς παραδώσανε τὸν ἐξωτερικὸ χαρακτῆρα τῆς Ὀρθοδοξίας μαζὶ μὲ τὸν ἐσωτερικό, γιὰ νὰ τὰ φυλάξουμε μὲ δέος καὶ μὲ ἀγάπη. Τὸ νὰ μισεῖ ὑπερηφάνεια εἶναι φυσικὸ ἰδίωμά της. Ἀλλὰ τί μισεῖ; Μισεῖ «τὸ ἀρχαῖον», δηλαδὴ τὴν παράδοση. Μά, ἕνα πράγμα ποὺ τὸ μισεῖ ὑπερηφάνεια, τὸ σατανικὸ αὐτὸ πάθος, θὰ πεῖ πὼς αὐτὸ ποὺ μισεῖ πρέπει νὰ εἶναι κάποιο πράγμα ἁγιασμένο, ἱερώτατο, ποὺ κάνει τὴ διαβολικὴ ὑπερηφάνεια νὰ φρυάξει καταπάνω του.
Λοιπόν, ἐκεῖνοι ποὺ κάνουνε τοὺς νεωτερισμοὺς ὁποὺ παραμορφώνουνε τὸν χαρακτῆρα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, εἴτε στὴν ἐσωτερικὴ πνευματικὴ οὐσία της, εἴτε στὴν ἐξωτερικὴ μορφή της, ὁποία ἐκφράζεται μὲ τὴν τελετουργία καὶ μὲ τὶς ἐκκλησιαστικὲς τέχνες, σπρώχνουνται σ᾿ αὐτὸ τὸ ἀνίερο ἔργο ἀπὸ τὸν σατανᾶ τῆς ὑπερηφάνειας καὶ τῆς ἀπιστίας. Ἀπ᾿ ἐναντίας, ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουνε μέσα τους τὴ βλογημένη ταπείνωση, νοιώθουνε τέτοια ἀγάπη πρὸς τὴν παράδοση, ποὺ χαρά τους εἶναι νὰ τῆς ὑποτάσσονται προθυμερά, ὅπως καλὸς δόκιμος ὑποτάσσεται στὸν πνευματικὸν πατέρα του, κι πόθος τους εἶναι νὰ συντηρηθεῖ αὐτὴ πολύτιμη κληρονομιὰ τῆς παράδοσης, κι ὄχι νὰ παραμορφωθεῖ καὶ νὰ καταστραφεῖ, ὅπως εὔχουνται οἱ ἀσεβεῖς νεωτεριστές.
Καὶ μὅλα ταῦτα, κάποιοι τέτοιοι νεωτεριστὲς παρουσιάζονται, οἱ ἀθεόφοβοι, σὰν ἀνακαινιστὲς τῆς ὀρθοδοξίας, καὶ γιορτάζουνε τὴ μεγάλη γιορτὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ εἶναι νίκη τῆς Ἐκκλησίας καταπάνω στοὺς ἴδιους αὐτοὺς νεωτεριστές. Ναί, γιορτάζουν μαζὶ μὲ κείνους ποὺ κρατοῦνε τὶς παραδόσεις σὰν ἀτίμητο θησαυρό.
Ἀλλά, τοῦτοι οἱ καταργητές, αὐτοὶ ποὺ μισοῦν τὴν ἱερὴ παράδοση, (ποὺ θρίαμβός της εἶναι γιορτὴ τῆς Ὀρθοδοξίας), θέλουν νὰ διδάξουν τί ἐστὶ Ὀρθοδοξία στὰ τέκνα τὰ γνήσια τῆς Ὀρθοδοξίας. Καὶ τοῦτοι οἱ πονηροὶ καθηγηταὶ εἶναι χειροτονημένοι ἀπὸ τοὺς ὀρθοδοξώτατους Προτεστάντες δασκάλους τους! Ἀπ᾿ αὐτοὺς διδαχθήκανε ποιά εἶναι ἀληθινὴ Ὀρθοδοξία, κι ὄχι πεπαλαιωμένη κείνη Ὀρθοδοξία ποὺ διδάξανε οἱ Πατέρες ποὺ μᾶς τὴν παραδώσανε, καὶ ποὺ βεβαιώσανε τὴ διδασκαλία τους μὲ τὴν ἁγιωσύνη τῆς ζωῆς τους.
Ἀπὸ τέτοιους καθηγητὲς περιμένει νὰ φωτισθεῖ Ἑλλάδα, ποὺ πήγανε νὰ μάθουνε τί εἶναι Ὀρθοδοξία ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς της, κι ἀπὸ κείνους ποὺ καταξεράνανε μὲ τὴν ἄπιστη σοφία τους τὸ δροσόφυλλο δέντρο τῆς θρησκείας τοῦ Χριστοῦ, ποὺ πήγανε στὸ ἔρεβος τοῦ Μέλανος θεολογικοῦ Δρυμοῦ, γιὰ νὰ φέρουνε τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου στὸν λαὸ ποὺ τὸ κήρυξε στὰ ἔθνη, αὐτοὶ ποὺ ἀφήσανε τὰ ἡφαίστεια τῆς Ὀρθοδοξίας ποὺ πυρπολήσανε τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, καὶ πήγανε στὰ παγόβουνα τοῦ ὀρθολογισμοῦ καὶ τῆς ἀπιστίας, γιὰ νὰ φέρουνε σ᾿ ἐμᾶς, ποὺ μᾶς ἔθρεψε ἐπὶ αἰῶνες τὸ μάνα τῆς παράδοσης, τὴν ψύχρα τῆς πονηρῆς γνώσης. Αὐτοὶ μιλοῦν γιὰ Ὀρθοδοξία ἐν ὀνόματι τῶν ἁγίων Πατέρων Χάρνακ, Στράους, Ρενὰν καὶ τῶν σὺν αὐτοῖς ἁγιασάντων!!
Τόσο ἀφιονισθήκανε, λοιπόν, οἱ Ἕλληνες ἀπὸ τὸ ἀφιόνι τῆς Δύσης, ὥστε νὰ γίνουνται μαθητὲς κι ἀκροατὲς σὲ τέτοιους δασκάλους, ποὺ διαφημίζουνε πὼς τοὺς φέρνουνε μιὰ Εὐρωπαϊκὴ Ὀρθοδοξία, μαζὶ μὲ τὰ εὐρωπαϊκὰ σπίτια, μὲ τὰ εὐρωπαϊκὰ προϊόντα καὶ μὲ τὰ εὐρωπαϊκὰ πλυντήρια;
Αὐτοὶ οἱ ἐπιστημονικοὶ θεολόγοι καὶ νεορθόδοξοι δὲν θὰ εἶναι παράξενο νὰ ὑποστηρίζουνε κάποτε, ἐπιστημονικῶς, πὼς κατὰ λάθος γράφηκε ὅτι οἱ Πατέρες ποὺ διδάξανε στὸν κόσμο τὸν Χριστιανισμὸ γεννηθήκανε ἐδῶ στὴν Ἀνατολή, καὶ πὼς κατόπιν τῶν νέων ἐρευνῶν τῆς ἐπιστήμης ἐβεβαιώθη ὅτι μὲν Βασίλειος γεννήθηκε στὴν σεπτὴν Φραγκφούρτη, Χρυσόστομος στὴν ἁγίαν πόλιν τοῦ Μονάχου, τὴν νέαν Σιών, Γρηγόριος στὸ ἱερὸν Ἀμβοῦργον, Ἀντώνιος πὼς ἀσκήτεψε παρὰ τὴν Βαλτικὴν θάλασσαν, κ.λπ.
Ὅσον γιὰ τὸν Ἐφραὶμ τὸν Σῦρο, ποὺ εἴπαμε παραπάνω, ποῦ νὰ καταδεχτοῦνε νὰ τὸν γράψουνε στὰ σοφὰ συγγράμματά τους, ἕναν ἄξεστον καὶ ἀπαίδευτον τουρκοκαλόγηρον, καθὼς καὶ τοὺς ἄλλους, μὲ τὴν περιορισμένη διάνοια, ὅπως εἶναι Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, Ἰσαὰκ Σῦρος, Βαρσανούφιος, Νεῖλος, Συμεὼν Νέος Θεολόγος, Νικήτας Στηθᾶτος, Γρηγόριος Σιναΐτης, κι οἱ ἄλλοι φανατικοὶ καὶ μισαλλόδοξοι ἀνατολίτες.
σημερινὴ «θεολογικὴ ἐπιστήμη», λένε οἱ ἐξ Ἑσπερίας φωτοδόται, ἐσυγχρονίσθη εἰς τὰς πολιτισμένας χώρας, καὶ ὁδηγεῖται εἰς τὴν ἔρευνάν της ὑπὸ τῶν πορισμάτων τῶν ἄλλων ἐπιστημῶν, τῆς βιολογίας, γεωλογίας, τῆς ἀστρονομίας κ.λπ.  Ζῶμεν εἰς τὸν αἰῶνα τῶν ἐπιστημονικῶν θαυμάτων, τῶν πυραύλων, τῶν σπούτνικ. Εἰς τὰ ἀγωνιώδη ἐρωτήματα τὰ ὁποῖα προβάλλουν οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι, τί εἶναι εἰς θέσιν ν᾿ ἀπαντήσουν οἱ ἀγαθοὶ καὶ ἁπλοϊκοὶ ἐκεῖνοι γέροντες τῆς ἐρήμου, οἱ ζήσαντες ἐν σπηλαίοις ὡς οἱ τρωγλοδῦται, καὶ εἰς μίαν ἐποχὴν καθ᾿ ἣν ἐβασίλευεν βαρβαρότης, ἀμάθεια καὶ νοσηρὰ δεισιδαιμονία;
Ποιὰ θρησκεία λοιπὸν παραμορφώθηκε σὲ τέτοιον ἀπίστευτον βαθμό; θρησκεία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μᾶς ἔφερε τὴν ἀλήθεια, ἁπλή, καθαρὴ σὰν κρύσταλλο, καὶ ποὺ γλύτωσε τὴν ἀνθρώπινη ψυχὴ ἀπὸ τὴν πολύπλοκη καὶ μπερδεμένη ψευτιὰ τῆς γνώσης, αὐτὴ θρησκεία ἔπεσε πάλι στὰ πονηρὰ συστήματα ἐκείνων γιὰ τοὺς ὁποίους εἶπε Χριστὸς πὼς εἶναι κλέφτες καὶ ληστὲς ποὺ ληστεύουνε τὶς ψυχές.
Αὐτοὶ δὲν μπαίνουνε στὴν αὐλὴ τῶν προβάτων ἀπὸ τὴ θύρα, δηλαδὴ ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο, ὅπως εἶπε Χριστός, ἀλλὰ πηδᾶνε ἀπάνω ἀπὸ τὴ μάντρα, καὶ παρουσιάζουνται σὰν ποιμένες, ἐνῶ εἶναι ληστὲς καὶ κλέφτες.
Καὶ ποιοὶ εἶναι αὐτοί; Εἶναι τοῦτοι οἱ λαοπλάνοι, ποὺ ἔρχουνται ἀπὸ τὰ Πανεπιστήμια τῆς ἀπιστίας, βαστώντας στὰ χέρια τους διπλώματα καὶ πιστοποιητικὰ τῆς θεολογίας, σὰν νὰ εἶναι θεολογία γιατρικὴ χημεία, καὶ χαλᾶνε μὲ τὴν πονηρὴ διδασκαλία τους τὰ ἁπλοϊκὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, λέγοντάς τους πὼς πίστη τους εἶναι δεισιδαιμονία καὶ τυπολατρεία, καὶ πὼς ἱερὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας τὴ μποδίζει νὰ συγχρονισθῆ, δηλαδὴ νὰ γίνει σὰν τὴ Χριστιανικὴ ἀθεΐα ποὺ λέγεται Προτεσταντισμός.
Ναί. Αὐτοὶ εἶναι οἱ κλέφτες κι οἱ ληστὲς ποὺ εἶπε Κύριος πὼς ἀνεβαίνουνε ἀπ᾿ ἀλλοῦ καὶ μπαίνουνε στὴν αὐλὴ τῶν προβάτων, δηλαδὴ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καὶ δὲν μπαίνουνε ἀπὸ τὴ θύρα, ποὺ εἶναι Χριστός. Καὶ θέλουνε νὰ ξεγελάσουνε τὰ ἀθῶα τὰ πρόβατα ποὺ ζοῦνε μὲ τὴν πατροπαράδοτη εὐσέβεια καὶ ποὺ γνωρίζουνε καλὰ τὸν Χριστό, καὶ Ἐκεῖνος τὰ γνωρίζει.
Φώτιος Κόντογλου
Σημ. Μίλησα γιὰ τὶς ξένες χῶρες ποὺ σπουδάζουνε οἱ θεολόγοι μας. Αὐτοὶ οἱ λαοὶ εἶναι ἀγαθὴ γῆ καὶ καλοδεχτική, γιὰ νὰ φυτρώσει μέσα τους σπόρος τῆς ἀληθινῆς πίστης. Ἀλλὰ οἱ δικοί μας ποὺ πηγαίνουνε νὰ σπουδάσουνε ἐκεῖ ἀπὸ ματαιοδοξία, ἀντὶ νὰ μεταλαμπαδεύουνε τὴν Ὀρθοδοξία σὲ κεῖνες τὶς ψυχές, ποὺ τὶς ξέρανε λίβας τοῦ Προτεσταντικοῦ ὀρθολογισμοῦ, φέρνουν ἀπὸ κεῖ σὲ μᾶς, στὴ φυλὴ ποὺ κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο σ᾿ ὅλη τὴ γῆ, τὸν παραμορφωμένον ἐκεῖνον Χριστιανισμό, πιθηκίζοντας τὰ ξένα κι ἀποθεώνοντάς τα, ὅπως Παυσανίας Περιηγητὴς λέγει, πὼς κάνανε οἱ Ἕλληνες τῆς παρακμῆς στὸν καιρό του: «Ἕλληνες ἐν θαύματι τιθέασι τ᾿ ἀλλότρια, τὰ οἰκεῖα».

Αθεΐα: Το καύχημα της εποχής μας (Φώτης Κόντογλου) alopsis


ΘΕΟΛΟΓΙΑ
«Νυξ αφεγγής τοις απίστοις, Χριστέ,
τοις δε πιστοίς φωτισμός.

Αθεΐα! Τίτλος μεγάλος και καύχημα για τον σημερινόν άνθρωπο. Όποιος τον αποχτήσει (και για να τον αποχτήσει, φτάνει να χειροτονηθεί μοναχός του άπιστος), γίνεται παρευθύς στα μάτια των άλλων σοφός, κι’ ας είναι αμόρφωτος, σοβαρός, κι’ ας είναι γελοίος, επίσημος κι’ ας είναι αλογάριαστος, υπεράξιος κι’ ας είναι ανάξιος, επιστήμονας κι’ ας είναι κουφιοκέφαλος.
Δεν μιλώ για τον άνθρωπο που έχει πόθο να πιστέψει, μα δεν μπορεί, με όλο που κατά βάθος πάντα η αιτία της απιστίας είναι η περηφάνεια, αυτή η οχιά, που κρύβεται τόσο επιτήδεια μέσα στον άνθρωπο, που δεν μπορεί να την καταλάβει.

Όπως και νάναι, οι άνθρωποι που αγωνίζουνται και πολεμάνε με τον άπιστο εαυτό τους, έχουνε όλη τη συμπόνεσή μας. Γι’ αυτούς παρακαλούμε, όσοι πιστεύουμε, να τους βοηθήσει ο Θεός να πιστέψουνε, όπως έκανε σε κείνον τον πατέρα που είχε άρρωστο το παιδί του, και παρεκάλεσε τον Χριστό να το γιατρέψει. Και Κείνος του είπε: «Αν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά σε κείνον που πιστεύει». Και τότε ο πατέρας του παιδιού έκραξε με δάκρυα: «Πιστεύω, Κύριε. Βοήθει μου τη απιστία», δηλαδή «έχω πόθο να πιστέψω, κι’ εσύ, Κύριε, δυνάμωσέ τον».

Οι άπιστοι, για τους οποίους μιλούμε, δεν είναι τέτοιοι. Όχι μονάχα δεν κλάψανε ποτέ, για να ανοίξουνε με τον πόνο και με τη συντριβή την κλεισμένη πόρτα, την πόρτα της μετανοίας, όπως έκανε εκείνος ο δυστυχισμένος πατέρας που γράφει το Ευαγγέλιο, αλλά μήτε συγκινηθήκανε ποτέ τους, μήτε αισθανθήκανε καμμιά πίκρα για την απιστία τους, μήτε νοιώσανε πως έχουνε γι’ αυτό καμμιά ευθύνη, κανένα φταίξιμο. Όλο το φταίξιμο είναι του Θεού, που δεν φανερώνεται μπροστά τους να τους πει: «Ελάτε, ψηλαφήσετέ με, πιάστε με, μιλείστε μαζί μου όπως μιλάτε μεταξύ σας, αναλύσετέ με μέ τη χημεία σας, κομματιάστε με μέ το μαχαίρι της ανατομίας σας, ζυγίστε με, μετρείστε με, ικανοποιήσετε τις άπιστες αισθήσεις σας, χορτάσετε τ’ αχόρταγο λογικό σας!».

Αυτοί οι αυτοτιτλοφορούμενοι άπιστοι, σε καιρό που επιδείχνουνε την εξυπνάδα τους, φουσκωμένοι από τον κούφιον αγέρα της περηφάνειας κι’ από την πονηρή ευστροφία του μυαλού τους, δεν είναι σε θέση οι δύστυχοι, να νοιώσουνε πόσο ανόητοι και στενόψυχοι φαίνουνται σε κείνους που πιστεύουνε. Γιατί, για να πιστέψουνε, ζητάνε κάποιες αποδείξεις που κάνουνε τον πιστό να τους ελεεινολογεί για την περιορισμένη αντίληψη που έχουνε για το πνεύμα και για τα πνευματικά ζητήματα. Ο πιστός ξέρει πολύ καλά ως που μπορούνε να φτάξουνε οι διαλογισμοί του άπιστου, γιατί, κι’ αυτός, σαν άνθρωπος, τους έχει εκείνους τους λογισμούς, τους λογισμούς της σάρκας, τους λογισμούς τούτου του κόσμου. Ενώ ο άπιστος είναι ανύποπτος για όσα έχει μέσα του ο πιστός, και για ό,τι βρίσκεται παραπέρα από την πρακτική γνώση του, δηλαδή για τα μυστήρια που είναι κρυμμένα από τα μάτια του, και που γι’ αυτό θαρρεί πως δεν υπάρχουνε. Κι’ από την ανοησία του κορδώνεται, και μιλά με καταφρόνεση για κείνους που είναι σε θέση να νοιώσουνε τη βαθύτερη σύσταση του κόσμου, ενώ αυτός ο δυστυχής είναι τυφλός και κουφός, και θαρρεί πως τα’ ακούει όλα και πως τα βλέπει όλα. Ο πιστός έχει πνευματικά μάτια και πνευματικά αυτιά, καθώς και κάποια «υπέρ αίσθησιν». Ο άπιστος πώς να πάρει είδηση από κείνον τον μυστικόν κόσμο μόνο με τα χονδροειδή μέσα που έχει, δηλαδή με τις σωματικές αισθήσεις; Πώς να πιάσει τα λεπτά κι’ αλλόκοτα μηνύματα εκείνου του κόσμου, αφού ο δυστυχής δεν έχει τις κεραίες που χρειάζουνται για να τα πιάσει;

Ο Απόστολος Παύλος γράφει στην Α’ προς Κορινθίους επιστολή του, με τον τρόπο που γνωρίζει μονάχα αυτός, για το τι είναι σε θέση να νοιώσει ο πιστός, και τι μπορεί να νοιώσει ο άπιστος: Λαλούμε, λέγει, τη σοφία του Θεού που είναι μέσα σε μυστήριο, και που είναι κρυμμένη, τη σοφία που την προόρισε ο Θεός, πριν από τους αιώνες, για δόξα δική μας, και που δεν τη γνώρισε κανένας από τους άρχοντες τούτου του κόσμου (δηλ. τους σοφούς της κοσμικής σοφίας), και που ξεσκεπάζει αυτά που, κατά τη Γραφή, δεν τα είδε μάτι, και που δεν τ’ άκουσε αυτί, και που δεν ανεβήκανε στην καρδιά κανενός ανθρώπου, εκείνα που ετοίμασε ο Θεός για κείνους που τον αγαπούνε. Αλλά σε μας τα φανέρωσε ο Θεός με το Πνεύμα του το άγιο. Επειδή, το άγιο Πνεύμα όλα τα ερευνά, και τα βάθη του Θεού.

Γιατί, ποιός άνθρωπος γνωρίζει το μέσα του ανθρώπου, παρά μονάχα το πνεύμα του ανθρώπου που είναι μέσα στον άνθρωπο; Έτσι και τα μυστήρια του Θεού δεν τα γνωρίζει κανένας παρά μονάχα το Πνεύμα του Θεού. Κι’ εμείς δεν επήραμε το πνεύμα του κόσμου (δηλ. τη φιλοσοφία και την κοσμική γνώση), αλλά το Πνεύμα του Θεού, για να γνωρίσουμε όσα χάρισε σε μας ο Θεός. Κι’ αυτά (τα χαρίσματα) δεν τα εκφράζουμε με τα λόγια που διδάσκεται η ανθρώπινη σοφία, αλλά με λόγια που διδάσκει το άγιο Πνεύμα, μιλώντας σε πνευματικούς ανθρώπους με πνευματικόν τρόπο. Πλην, ο άνθρωπος που έχει την σαρκική γνώση (τον ορθολογισμό), δεν παραδέχεται όσα διδάσκει το Πνεύμα του Θεού, γιατί τα νομίζει για ανοησίες, και δεν είναι σε θέση να καταλάβει πως ανακρίνεται πνευματικά. Ο πνευματικός όμως άνθρωπος, ανακρίνει κάθε άνθρωπο, ενώ αυτός από κανέναν δεν ανακρίνεται».

Η απιστία υπήρχε πάντα. Μα σήμερα, με την αποτρόπαια ματαιοδοξία που μας τρώγει, την επιδείχνουμε σαν να μας δίνει τη μεγαλύτερη αξία. Όποιος έχει πίστη στον Θεό και στην αλήθεια που φανέρωσε, είναι καταφρονεμένος, σαν στενόμυαλος κι’ ανόητος, και τραβά πάνω του όλα τα περιγελάσματα. Λογαριάζεται για «βλαμμένος» από τον πολύν κόσμο, μάλιστα από τον κόσμο που ξέρει να τα καταφέρνει στη ζωή, να «πετυχαίνει», να βγάζει λεφτά, να καλοπερνά, να μη δίνει πεντάρα για τίποτα, κατά το ρητό που λέγει: «Φάγωμεν και πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν». Για τούτο, χρειάζεται να έχει θάρρος και να περιφρονά την εκτίμηση του κόσμου και το υλικό συμφέρον του, όποιος λέγει πως έχει πίστη στον Θεό.

Ενώ εκείνον που καυχιέται πως δεν πιστεύει σε τίποτα, α’) Τον έχει ο κόσμος σε μεγάλη υπόληψη και σεβασμό, μάλιστα όσο περισσότερο άπιστος λέγει πως είναι, τόσο περισσότερη είναι η εκτίμηση και ο σεβασμός που φανερώνει ο έξυπνος και σοβαρός κόσμος στο πρόσωπό του. Ο τέτοιος άνθρωπος είναι συνοφρυωμένος, με λίγα και βαρειά λόγια, αράθυμος κι’ απότομος, «θετικός άνθρωπος», «γερό μυαλό». β’) Όλα του έρχουνται βολικά, και δεν σκοτίζεται, δεν στενοχωριέται για τίποτα. Δεν έχει ευθύνες και ζαλούρες: Εδώ κάτω, λέγει, είναι η Κόλαση κι’ ο Παράδεισος. Η ζωή είναι για να την απολαβαίνουνε οι έξυπνοι. Οι κοιμισμένοι κι’ οι αφιονισμένοι ας πεθάνουνε».

Εξ άλλου, δεν υπάρχει πιο εύκολο πράγμα από το να κάνεις τον άπιστο! Πατάς ένα μονάχα κουμπί, κι’ όλα σου έρχονται βολικά. Ο διάβολος είπε στον Χριστό: Πέσε, προσκύνησέ με, και θα γίνουνε οι πέτρες ψωμιά, «οι λίθοι άρτοι».

Λέγει λοιπόν ο έξυπνος: «Να κάθεσαι, άνθρωπος με τετρακόσα μυαλά, να χάνεις τον καιρό σου με χαζομάρες, σαν τις γρηές, με θεούς, με κόλαση και με παράδεισο, με καντήλια, με θυμιατά, με δισκοπότηρα, με παπάδες και με καλόγρηες! Και σε ποια εποχή; Στην εποχή μας, που η επιστήμη στέλνει ανθρώπους στους πλανήτες! Ακούς, φίλε μου, βλακεία που έχει αυτός ο κόσμος;».

Αυτά λένε για τους πιστούς οι έξυπνοι και οι τιμημένοι τούτου του κόσμου, και τους χειροκροτούνε οι πολλοί, που τους έχουνε για φρόνιμους σε όλα, επειδή δεν κυνηγάνε ίσκιους, αλλά έχουνε μυαλό γερό, και επιτυχαίνουνε σε ότι καταπιαστούνε.

Ναι! Επιτυχαίνουνε, γιατί, μ’ έναν λόγο, η απιστία είναι «η πλατεία πύλη και ευρύχωρος οδός», που δεν πιστεύουνε πως είναι «η απάγουσα εις την απώλειαν», όπως είπε ο Χριστός, αλλά «εις την επί γης ευδαιμονίαν». Ενώ η πίστη είναι «η στενή πύλη και τεθλιμμένη οδός», που δεν πιστεύουνε πως είναι «η απάγουσα εις την ζωήν», αλλά «εις την επί γης δυστυχίαν και περιφρόνησιν». «Πολλοί εισιν οι εισερχόμενοι διά της πλατείας πύλης» κατά τον λόγο του Κυρίου, «και ολίγοι εισιν οι ευρίσκοντες την στενήν πύλην».
Όλοι οι άπιστοι λένε πως αν βλέπανε ένα θαύμα, θα πιστεύανε. Μα η πίστη δεν έρχεται με τη βία, αλλά με τη συγκατάθεση της ψυχής. Γι’ αυτό σε όσους ζητάνε θαύμα για να πιστέψουνε, δεν δίνεται, κατά τον λόγο που είπε ο Χριστός στους Φαρισαίους: «Γενεά πονηρά και μοιχαλίς σημείον επιζητεί και σημείον ου δοθήσεται αυτή».

Αλλά και θαύμα να δει ένας άπιστος, η υπερηφάνεια δεν τον αφήνει να πιστέψει, για να μη φανεί ευκολόπιστος και καταφρονεθεί.

Πριν καιρό έγραψα με συντομία πέντε-έξη άρθρα για τα θαύματα που γίνουνται σ’ ένα χωριό της Μυτιλήνης, με τον τίτλο «Φρικτά μυστήρια». Πολλοί αναγνώστες συγκινηθήκανε στο έπακρο, ιδίως οι ταπεινοί κι’ αγράμματοι άνθρωποι, «τα μωρά του κόσμου και τα εξουθενημένα». Οι έξυπνοι όμως κι’ οι τετραπέρατοι δεν δώσανε σημασία, και κάποιοι απ’ αυτούς με περιγελάσανε και μου γράψανε πως λέγω ανοησίες.
Αλλά, «Θεός ου μυκτηρίζεται». Από τότε ως τα σήμερα τα θαύματα δεν πάψανε, κι ολοένα γίνουνται πυκνότερα και τρομαχτικώτερα. Οι άνθρωποι που τα βλέπουνε μου τα γράφουνε με όλα τα καθέκαστα, κι απ’ αυτά κάνω ένα βιβλίο που θα είναι σαν πυρωμένο σίδερο για τις άπιστες γλώσσες (Πρόκειται για το βιβλίο «Σημείον μέγα» που εξέδωσε ο «Αστήρ»). Αυτόν τον καιρόν γίνουνται ανασκαφές, για να βρεθεί η αρχαία εκκλησία με τα λείψανα εκείνων που φανερώνονται ολοζώντανοι μπροστά στους απλούς ανθρώπους, στον ύπνο και στον ξύπνο τους, καθώς κι εικόνες και τα’ άλλα κειμήλια. Θα είχανε βρεθεί όλα, και θα ξεσκεπαζότανε γρήγορα ολότελα αυτός ο φοβερός κρατήρας, που θα σάρωνε τους άπιστους με την αγιασμένη λάβα του, αν υπήρχανε περισσότερα μέσα στα χέρια των φτωχών ανθρώπων που σκάβουνε με μια πίστη που είναι σαν φωτιά.

Μα, όπως και να είναι, με τη χάρη του Θεού «την τ’ ασθενή θεραπεύουσαν και τα ελλείποντα αναπληρούσαν», θα βγάλουνε σε καλό τέλος το βλογημένο αυτό έργο, και θα θριαμβέψει η ακατάλυτη πίστη μας, και θα ακουστεί ως τα πέρατα του άπιστου κόσμου η βροντερή φωνή: «Τις Θεός μέγας ως ο Θεός ημών; Συ ει ο Θεός ο ποιών θαυμάσια μόνος!».


(Εκ του περιοδικού "Ορθόδοξος Φιλόθεος Μαρτυρία", Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη")













(Πηγή: Ιερό Ησυχαστήριο Παντοκράτορος, Μελισσοχώρι Θεσσαλονίκης)